Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2015

Κ. Π. Καβάφης, «Ο Δαρείος» (1920)



Στο ποίημα του Καβάφη «Ο Δαρείος» στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος βρίσκεται ένας ομότεχνός του ποιητή. Ο Καβάφης παρακολουθεί μέσα από το ποίημά του την προσπάθεια ενός ποιητή να συνθέσει ποίημα με θέμα τον Πέρση βασιλιά  Δαρείο· και επιχειρεί να φωτίσει τη στάση του ποιητή αυτού απέναντι στην ιστορική πραγματικότητα και την εξουσία, και να διαπιστώσει κατά πόσον οι ποιητικές του επιλογές επηρεάζονται και ρυθμίζονται από αυτήν. Θέτει, λοιπόν, ένα καίριο ερώτημα: ποια είναι η στάση του καλλιτέχνη απέναντι στην εκάστοτε εξουσία και στην εκάστοτε ιστορική πραγματικότητα;
Επειδή το ποίημα έχει ως θέμα την ίδια την ποίηση, συγκαταλέγεται ανάμεσα στα ποιήματα ποιητικής.

Ο τόπος, ο χρόνος και τα πρόσωπα του ποιήματος
            Η φανταστική σκηνή τοποθετείται σε ιστορικό και πολιτικό πλαίσιο πραγματικό. Η αναφορά στο στίχο 28 στην Αμισό, ελληνική πόλη του Πόντου, που έπεσε στα χέρια των Ρωμαίων το 71 π.Χ., η αναφορά στον βασιλιά Μιθριδάτη ΣΤ΄, καθώς και ο στίχος 14 «Άρχισε ο πόλεμος με τους Ρωμαίους», μας επιτρέπουν να εικάσουμε βάσιμα ότι το επεισόδιο του ποιήματος εκτυλίσσεται στη βόρεια Καππαδοκία, στον Πόντο, στις αρχές του Γ΄ Μιθριδατικού πολέμου το 74 π.Χ.
            Τα πρόσωπα στη σκηνή που περιγράφεται είναι ο Φερνάζης και ο ανώνυμος υπηρέτης του, ενώ αναφέρονται και τα ονόματα δυο βασιλιάδων, του Δαρείου και του Μιθριδάτη.
            Ο ποιητής Φερνάζης (περσικό όνομα) είναι πρόσωπο μάλλον φανταστικό. Το όνομά του θυμίζει το όνομα του γιου του Μιθριδάτη ΣΤ΄, Φαρνάκη, ο οποίος οργάνωσε συνομωσία κατά του πατέρα του το 63 π.Χ., καθώς και την πόλη Φαρνάκεια, στα παράλια του Πόντου. Με τον τρόπο αυτό φροντίζει ο Καβάφης να προσδώσει αληθοφάνεια και πειστικότητα στο πλασματικό πρόσωπο, που αποτελεί τον κεντρικό ήρωα του ποιήματός του, και η μυθοπλασία του να προσεγγίζει την πραγματικότητα της εποχής του Μιθριδάτη.
            Ο ανώνυμος υπηρέτης του Φερνάζη, πρόσωπο επίσης φανταστικό, εμφανίζεται απροσδόκητα και λειτουργεί ως αγγελιοφόρος, ο οποίος του ανακοινώνει μια «βαρυσήμαντη είδησι», που ανατρέπει τα αρχικά σχέδια του ποιητή: την έναρξη του πολέμου με τους Ρωμαίους.
            Ο Δαρείος Υστάσπου (521-486 π. Χ.), πρόγονος του βασιλιά Μιθριδάτη, ήταν ο μεγαλύτερος Αχαιμενίδης βασιλιάς της Περσίας, γνωστός σε μας από την ήττα του εκστρατευτικού του σώματος στο Μαραθώνα. Ο Δαρείος σφετερίστηκε το θρόνο με αιματηρές δολοπλοκίες.
Ο βασιλιάς Μιθριδάτης ΣΤ΄ (120-63 π. Χ.), σύγχρονος του ποιητή Φερνάζη, ο οποίος επονομαζόταν και Ευπάτωρ, προκειμένου να δηλωθεί η καταγωγή του από σπουδαίους προγόνους, αλλά και Διόνυσος (προφανώς με την επωνυμία αυτή υπονοείται η κυρίαρχη λατρεία της περιοχής), έγινε απόλυτος μονάρχης του Πόντου, αφού σκότωσε το συμβασιλέα αδελφό του· ο Μιθριδάτης φρόντισε για την εισαγωγή του ελληνικού πολιτισμού στη χώρα του και ο ίδιος γνώριζε καλά ελληνικά. Ωστόσο, η διάδοση του ελληνικού πολιτισμού στο βασίλειό του ήταν επιφανειακή, καθώς διατήρησε ώς το τέλος της ζωής του το χαρακτήρα του δεσπότη της Ανατολής. Συγκρούστηκε με τους Ρωμαίους, από τους οποίους τελικά νικήθηκε  (Α΄ Μιθριδατικός πόλεμος 89-85 π.Χ., Β΄ Μιθριδατικός πόλεμος 83-81 π.Χ., Γ΄ Μιθριδατικός πόλεμος 74-67 π.Χ., Δ΄ Μιθριδατικός πόλεμος 66-63 π.Χ.).
Το ποίημα είναι αφηγηματικό· ο φορέας της αφήγησης είναι ένας υποθετικός αφηγητής, ίσως πρόσωπο σύγχρονο του Φερνάζη, αν λάβουμε υπόψην μας το α΄ πληθυντικό «μας» του στ.5. Ίσως πίσω απ΄ αυτόν να κρύβεται ο ίδιος ο Καβάφης. Ο αφηγητής, αμέτοχος στην ιστορία (ό,τι στη θεωρία της αφήγησης θα ονομάζαμε παντογνώστη), εκθέτει τα γεγονότα σε γ΄ πρόσωπο, περιγράφοντας συγχρόνως και τις διακυμάνσεις των συναισθημάτων, καθώς και τις σκέψεις του ποιητή Φερνάζη. Παράλληλα, διατηρεί κριτική και ειρωνική στάση στη συμπεριφορά του  Φερνάζη, καθώς παρακολουθεί όλα τα στάδια της ποιητικής δημιουργίας, και τη μεταβαλλόμενη στάση του απέναντι στην εξουσία.
* * *
Πρώτη στροφή
Το ποιητικό υποκείμενο, πίσω από το οποίο ίσως βρίσκεται ο Καβάφης, παρουσιάζει τον ποιητή Φερνάζη στην κορυφαία στιγμή της ποιητικής δημιουργίας, στη στιγμή που, ενώ συνθέτει ένα επικό ποίημα, ασχολείται με «το σπουδαίον μέρος του». Ο χαρακτηρισμός «επικό» μας επιτρέπει να εννοήσουμε ότι πρόκειται για ποίημα υμνητικό και εγκωμιαστικό, αφού η επική ποίηση εξυμνεί κατορθώματα. Αμέσως μετά (στ. 3 – 4) επεξηγείται ποιο είναι αυτό το σημαντικό σημείο του ποιήματος: είναι «Το πώς την βασιλεία των Περσών / παρέλαβε ο Δαρείος Υστάσπου». Το γιατί ο ποιητής Φερνάζης γράφει ποίημα με θέμα ένα βασιλιά του παρελθόντος, το καταλαβαίνουμε από τους αμέσως επόμενους στίχους. (στ. 4 – 6)˙ από αυτόν κατάγεται ο βασιλιάς του Φερνάζη, ο Μιθριδάτης. Επομένως, γράφοντας ένα ποίημα υμνητικό για το Δαρείο, έμμεσα εξυμνείται ο δικός του βασιλιάς, ως απόγονος ένδοξων προγόνων. Εξάλλου, Ευπάτωρ, είναι ένα από τα επίθετα, που αποδίδονται στο Μιθριδάτη. Στο καίριο αυτό σημείο της σύνθεσης ο ποιητής προβληματίζεται, καθώς προσπαθεί να αναλύσει τα συναισθήματα που ώθησαν το Δαρείο να πάρει την εξουσία. Οι φράσεις «αλλ΄ εδώ / χρειάζεται φιλοσοφία ˙» και «Βαθέως σκέπτεται το πράγμα ο ποιητής» είναι ενδεικτικές για το πόσο κρίσιμο είναι το ζήτημα που τον απασχολεί.
Ο Φερνάζης λοιπόν ταλαντεύεται ανάμεσα σε δύο ακραίες δυνατότητες (στ. 9–10): α) ο Δαρείος κατέλαβε την εξουσία μετερχόμενος βίαια και αθέμιτα μέσα καθώς ήταν αλαζόνας και μεθυσμένος από την δύναμη της εξουσίας. Πίσω από αυτή την πρώτη εκδοχή βρίσκεται η ιστορική πραγματικότητα, καθώς, ως γνωστόν, ο Δαρείος είχε σφετεριστεί το θρόνο ύστερα από αιματηρές δολοπλοκίες. β) ο Δαρείος κατέλαβε την εξουσία, όχι από αγάπη γι΄ αυτήν, αφού είχε απόλυτη συναίσθηση της ματαιότητας των μεγαλείων, αλλά για να προσφέρει σπουδαίο έργο στο λαό του.
Τα δίλημμα στο οποίο βρίσκεται ο Φερνάζης είναι μεγάλο. Αν υιοθετούσε την πρώτη εκδοχή, λέγοντας την αλήθεια, αυτό μόνο κολακευτικό δεν θα ήταν για το Δαρείο και για τον αποδέκτη του επαίνου του, το Μιθριδάτη. Εκτός αυτού, κάτι  τέτοιο θα παρέπεμπε κατευθείαν στον τρόπο ανάληψης της εξουσίας από τον Μιθριδάτη, ο οποίος επίσης έγινε απόλυτος μονάρχης αφού σκότωσε τον συμβασιλέα αδερφό του.
Η δεύτερη εκδοχή είναι, αντίθετα, μια εξαιρετική κολακεία για το ήθος του βασιλιά· ωστόσο, βρίσκεται μακριά από την πραγματικότητα. Ο ποιητής, έχοντας ως σκοπό τον έπαινο, μάλλον απορρίπτει την σκέψη να πει την αλήθεια. («όχι όμως – μάλλον…») και περισσότερο προκρίνει να βάλει στη θέση της μια κατασκευασμένη, ποιητική πραγματικότητα, που θα εξυπηρετούσε τους ιδιοτελής στόχους του. Στο τέλος της πρώτης στροφής ο Φερνάζης δεν έχει αποφασίσει τελικά για το ποια εκδοχή θα υιοθετήσει και βρίσκεται ακόμη βυθισμένος σε βαθιά περισυλλογή.

Δεύτερη στροφή
Η ήρεμη και στοχαστική ατμόσφαιρα της πρώτης στροφής ανατρέπεται με το αντιφατικό «αλλά» στη δεύτερη στροφή. Ο υπηρέτης διακόπτει ξαφνικά την περισυλλογή του ποιητή Φερνάζη, καθώς μπαίνει τρέχοντας και ανακοινώνει μια «βαρυσήμαντην είδησι»: ότι άρχισε ο πόλεμος με τους Ρωμαίους και ότι το μεγαλύτερο τμήμα του στρατού τους πέρασε τα σύνορα, προφανώς για να συγκρουστεί με αυτούς.

Τρίτη στροφή
Ο ποιητής Φερνάζης, μόλις ακούει την είδηση για την έκρηξη του πολέμου, μένει κατάπληκτος και  αναφωνεί αναστατωμένος: «Τι συμφορά!». Όμως, η αναστάτωση και η απογοήτευση του ποιητή δεν οφείλεται, όπως θα περιμέναμε, στους κινδύνους που θα διέτρεχε τώρα η πατρίδα του. Αντίθετα, η πρώτη αυτή αντίδρασή του είναι εντελώς εγωιστική, διότι ερμηνεύει τον πόλεμο ως προσωπική συμφορά και ανατροπή των σχεδίων του να κερδίσει την εύνοια του Μιθριδάτη. Ο βασιλιάς του μέσα στην αγριότητα του πολέμου, δεν θα είχε καθόλου χρόνο και διάθεση να ασχοληθεί με την τέχνη και τον πολιτισμό, καθώς οι ιστορικές εξελίξεις προβάλλουν άλλες προτεραιότητες. Στους στίχους 19 – 20 πληροφορούμαστε ότι το επικό ποίημά του ο Φερνάζης το έγραφε στα ελληνικά ως δείγμα υψηλού πολιτισμού («μ΄ ελληνικά ποιήματα ν΄ ασχοληθεί. / Μέσα σε πόλεμο – φαντάσου, ελληνικά ποιήματα»).

Τέταρτη στροφή
            Στους στίχους αυτούς, καθώς ο Φερνάζης απελπισμένος, συνεχίζει να οδύρεται για την έναρξη του πολέμου και να αναφωνεί «Ατυχία!», κατανοούμε καλύτερα ποιοι ήταν οι λόγοι για τους οποίους ο ποιητής είχε καταπιαστεί με τη σύνθεση του ποιήματος για το Δαρείο: Ήταν σίγουρος ότι θα κέρδιζε την εύνοια του Μιθριδάτη και έτσι θα αποκτούσε κοινωνική καταξίωση, και επίσης, θα καταξιωνόταν και ως ποιητής, αποστομώνοντας όσους τον αμφισβητούσαν και δεν τον αποδέχονταν από φθόνο (στ.24).
            Παρουσιάζεται, λοιπόν ο Φερνάζης να χρησιμοποιεί την ποίηση για την προσωπική του προβολή, αφού τη συγγραφή του ποιήματος υπαγορεύουν η ιδιοτέλεια και η φιλοδοξία του. Ο πόλεμος αποτελεί προσωπική ατυχία και συμφορά, διότι ακριβώς ανατρέπει τα φιλόδοξα ατομικά του σχέδια («Τι αναβολή, τι αναβολή στα σχέδιά του.»).

Πέμπτη στροφή
            Έπειτα από την πρώτη αυθόρμητη αντίδρασή του για την ανατροπή, εξαιτίας του πολέμου, των φιλόδοξων προσωπικών σχεδίων του, λειτουργεί πια το ένστικτο αυτοσυντήρησης του Φερνάζη· ο αφηγητής τον παρουσιάζει στους στίχους αυτούς να συνειδητοποιεί τον κίνδυνο που συνεπάγεται ο πόλεμος . Εκφράζεται τώρα ως πολίτης, μελετά και αξιολογεί τα δεδομένα, και με ρεαλισμό, διορατικότητα αλλά και κάποια ηττοπάθεια προβλέπει την ήττα της Καππαδοκίας από τους Ρωμαίους. Νιώθει ανασφαλής στην Αμισό (εδώ δίνεται ο χώρος), επειδή υπάρχει έλλειψη οχύρωσης στην πόλη, και θεωρεί τον αγώνα άνισο, αφού «είναι φρικτότατοι εχθροί οι Ρωμαίοι». Μετά από τρεις ρητορικές ερωτήσεις ενδεικτικές για την αγωνία του ποιητή («Μπορούμε να τα βγάλουμε μ΄ αυτούς,| οι Καππαδόκες; Γένεται ποτέ;| Είναι να μετρηθούμε τώρα με τες λεγεώνες;»), ο Φερνάζης καταλήγει να επικαλείται τη βοήθεια των θεών (στ.33).
            Και πάλι λοιπόν, ο Φερνάζης παρουσιάζεται να ανησυχεί πρωτίστως για τον εαυτό του, για τη ζωή του· δεν έχει καμιά διάθεση να αγωνιστεί, αλλά μπροστά στον κίνδυνο ζητάει τη βοήθεια των θεών, στους οποίους εναποθέτει τις ελπίδες του για σωτηρία.

Έκτη στροφή
            Παρόλη την ψυχική του αναστάτωση για την προσωπική και εθνική συμφορά, ο Φερνάζης είναι τελικά ποιητής· γιατί «μες σ΄ όλη του την ταραχή και το κακό», η ποιητική ιδέα επανέρχεται επίμονα. Δεν εγκαταλείπει, λοιπόν, το ποίημά του, παρά τις αντίξοες συνθήκες. Ωστόσο, δεν σκέφτεται πια με τον ίδιο τρόπο. Η προβλεπόμενη αλλαγή στο πολιτικό σκηνικό – η ήττα του Μιθριδάτη – τον κάνει να εγκαταλείψει τα αρχικά του σχέδια: Από την στιγμή που ο Μιθριδάτης πρόκειται να χάσει την εξουσία, δεν χρειάζεται πια να τον κολακέψει, παραποιώντας στο ποίημά του τα ιστορικά δεδομένα. Η παράτολμη απόφαση του βασιλιά του να επιτεθεί στους Ρωμαίους μοιάζει να τον ελευθερώνει να πει την αλήθεια. Έτσι, παρουσιάζεται στους δυο τελευταίους στίχους να μεταβάλλει τις αρχικές ποιητικές επιλογές του και επιλέγει, τελικά, να προβάλλει ως πιθανότερη την δεύτερη εκδοχή: «υπεροψίαν και μέθην· / υπεροψίαν και μέθην θα είχεν ο Δαρείος». Το δίλημμα αίρεται, προκρίνεται η αλήθεια, αλλά αυτό γίνεται καθώς ο ποιητής προσαρμόζεται στις νέες πολιτικές συνθήκες της επικράτησης των ρωμαϊκών λεγεώνων.

Η καβαφική ειρωνεία στο ποίημα «Ο Δαρείος»
            Στο ποίημα «Ο Δαρείος» ο Καβάφης παρουσιάζει την περίπτωση του Φερνάζη, ενός ποιητή που χρησιμοποιεί την τέχνη του για την προσωπική του προβολή και που είναι έτοιμος να θυσιάσει την αλήθεια προκειμένου να υπηρετήσει τις επιδιώξεις του. Στο τέλος του ποιήματος, βέβαια, ο Φερνάζης επιλέγει να πει στο ποίημά του την αλήθεια για το Δαρείο· πόσο αξίζει όμως αυτή η επιλογή του ποιητή, όταν είναι αποτέλεσμα της προσαρμογής του στα νέα ιστορικά δεδομένα; Θα κατέληγε άραγε στην ίδια απόφαση, αν δεν μεσολαβούσε ο πόλεμος και η συνακόλουθη αλλαγή του πολιτικού σκηνικού;
            Για το πώς αντιμετωπίζει τις καλλιτεχνικές επιλογές του ομότεχνού του ο Καβάφης ενδεικτικός είναι ο ειρωνικός τόνος που διατρέχει όλο το ποίημα. Αυτή η ειρωνική διάθεση δείχνει ότι ο Καβάφης, ο οποίος βρίσκεται πίσω από τον αφηγητή του ποιήματος, καθόλου δεν συμφωνεί με τις επιλογές του Φερνάζη, και ότι για εκείνον, όπως και για κάθε αληθινό ποιητή, η ποίηση έχει αξία ως φορέας της αλήθειας. Ας  παρακολουθήσουμε όμως πού βρίσκεται η ειρωνεία και σε ποια διαφορετικά επίπεδα λειτουργεί.
            Στην αρχή του ποιήματος ο Φερνάζης παρουσιάζεται να συνθέτει το «σπουδαίον μέρος του επικού ποιήματός του». Ποιο θεωρεί όμως κύριο θέμα του ποιήματος με την έκφραση «σπουδαίον μέρος»; Όχι τα πολιτικά έργα και τα πολεμικά κατορθώματα του Δαρείου, όπως θα ήταν αναμενόμενο, αλλά το πώς «παρέλαβε» την εξουσία. Ήδη από την επιλογή του θέματός του ο αφηγητής αντιμετωπίζει τον Φερνάζη με ειρωνεία. Η κομψή φράση «παρέλαβε την εξουσία», αντί για σφετερίστηκε ή κατέλαβε, που  περιγράφουν την πραγματικότητα, δείχνει ακριβώς την πρόθεση του Φερνάζη να ωραιοποιήσει τα γεγονότα και λειτουργεί ειρωνικά. Η ειρωνεία αγγίζει ήδη και τον Δαρείο, ο οποίος είναι γνωστό πώς «παρέλαβε» την εξουσία. Οι κολακευτικοί και μεγαλόπρεποι χαρακτηρισμοί, που αποδίδονται εν συνεχεία στο Μιθριδάτη («ο ένδοξός μας βασιλεύς,| ο Μιθριδάτης,   Διόνυσος κ΄ Ευπάτωρ»), δεν ανταποκρίνονται βέβαια στην πραγματικότητα· πρόκειται για έναν ακόμη βασιλιά, που ανέβηκε στο θρόνο κυριολεκτικά πατώντας επί πτωμάτων. Επομένως, η ειρωνεία εδώ φτάνει και στο Μιθριδάτη, καθώς ο αφηγητής αμφισβητεί την αξία του. Η φιλοσοφική εμβρίθεια και η βαθιά περισυλλογή, στην οποία βρίσκεται ο ποιητής, προκειμένου να επινοήσει ένα βολικό ψεύδος, ηχούν, βέβαια, διφορούμενα. Δεν είναι τυχαίο ότι επιλέγονται οι μεγαλόστομες και πομπώδεις εκφράσεις «Αλλ΄ εδώ | χρειάζεται φιλοσοφία· πρέπει ν΄ αναλύσει | τα αισθήματα…» και «βαθέως σκέπτεται το πράγμα ο ποιητής», με τις οποίες εμφανίζεται ο αλαζόνας και επηρμένος Φερνάζης ικανός να φιλοσοφεί και να αναλύει συναισθήματα. Η ειρωνική στάση του Καβάφη απέναντι στις ικανότητες του Φερνάζη είναι εμφανής και στο σημείο αυτό.
            Η φράση «την βαρυσήμαντην είδησι αγγέλει» είναι επίσης διφορούμενη· η έκρηξη του πολέμου είναι πράγματι μια πολύ σημαντική είδηση για τον αφηγητή, όπως και για κάθε συνετό άνθρωπο, αφού ένας πόλεμος συνεπάγεται πλήθος δραματικών γεγονότων και είναι συμφορά για μια χώρα. Η είδηση είναι σημαντική και για τον Φερνάζη («Ο ποιητής μένει ενεός. Τι συμφορά!», «Αδημονεί ο Φερνάζης. Ατυχία!»), όμως αυτός αντιμετωπίζει τον πόλεμο ως προσωπική συμφορά και ατυχία, καθώς ανατρέπει τα φιλόδοξα σχέδιά του για κοινωνική άνοδο και καταξίωση, μέσω του ποιήματός του για το Δαρείο· και η ειρωνεία βρίσκεται, εδώ, στον διαφορετικό τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται την «βαρυσήμαντην είδησι» ένας προσγειωμένος άνθρωπος και ο αλαζόνας και επηρμένος Φερνάζης.
            Οι στίχοι 16-19 και ο στίχος 25, που αποκαλύπτουν γιατί ο ποιητής ανησυχεί όταν ακούει την είδηση για τον πόλεμο, έχουν καθαρά ειρωνικό περιεχόμενο, διότι σε αυτούς φαίνεται ότι τελικά το μόνο που ενδιαφέρει τον Φερνάζη είναι η επίδειξη της ικανότητάς του να συνθέτει ελληνικά ποιήματα, δείγμα ανώτερου πολιτισμικού επιπέδου. Καθώς βρίσκεται στο στόχαστρο της καβαφικής ειρωνείας, ο Φερνάζης παρουσιάζεται μάλλον ως καιροσκόπος αυλοκόλακας και σίγουρα ως επαγγελματίας ποιητής, παρά ως αυθεντικός δημιουργός. Η επανάληψη όλων των κολακευτικών προσδιορισμών του Μιθριδάτη (στ. 17-18) και οι επαναλήψεις των φράσεων «ελληνικά ποιήματα» (στ. 19-20) και «Τι αναβολή» (στ. 25) ενισχύουν εδώ τον ειρωνικό τόνο.
            Και στην πέμπτη στροφή, όμως, συνεχίζει ο ειρωνικός τόνος, καθώς παρουσιάζεται τώρα ο Φερνάζης να ανησυχεί πρωτίστως για την προσωπική του              ασφάλεια  στη Αμισό. Για μια ακόμη φορά αποδεικνύεται εγωκεντρικός· μάλιστα, οι ρητορικές ερωτήσεις των στίχων 30-33 δείχνουν, εκτός από την αγωνία του ποιητή, και την έλλειψη κάθε αγωνιστικής διάθεσης, κάτι ιδιαίτερα απογοητευτικό αν σκεφτούμε ότι χαρακτηρίζει έναν ποιητή.
            Στην τελευταία στροφή, ο Καβάφης παρουσιάζει τον Φερνάζη να επιλέγει τελικά ως πιθανότερη εκδοχή για τα αισθήματα που είχε ο Δαρείος την υπεροψία και τη δίψα για εξουσία· τους λόγους για τους οποίους επιλέγει να πει την αλήθεια τους αναλύσαμε ήδη παραπάνω. Αυτό που θα άξιζε να σκεφτούμε στο σημείο αυτό είναι μήπως η υπεροψία και η μέθη από την οποία διέπεται ο Δαρείος και η οποία περνάει  στο Μιθριδάτη, φτάνει τελικά και στο Φερνάζη. Μάλλον ο καβαφικός στίχος «υπεροψίαν και μέθην θα είχεν» ταιριάζει πολύ και σ΄ αυτόν.
                                                                                                 
Ερωτήσεις αξιολόγησης
Δομή του κειμένου, επαλήθευση ή διάψευση μιας κρίσης με βάση το κείμενο, εκφραστικά μέσα και τρόποι του κειμένου (υφολογική διερεύνηση, αφηγηματικές λειτουργίες, επιλογές του δημιουργού σε διάφορα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης):
1. Ποια είναι τα πραγματικά και ποια τα φανταστικά πρόσωπα του ποιήματος και ποιος ο ρόλος τους στο ποίημα;
Φανταστικά πρόσωπα είναι ο ποιητής Φερνάζης και ο υπηρέτης του. Πραγματικά είναι βέβαια ο Δαρείος -βασιλιάς της Περσίας (521-486 π.Χ.) της δυναστείας των Αχαιμενιδών- και ο Μιθριδάτης Στ΄ ο Μέγας, απτόγoνoς του Δαρείου και βασιλιάς της βόρειας Καππαδοκίας.
Τα φανταστικά πρόσωπα: Ο ποιητής Φερνάζης, αποτελεί το κεντρικό πρόσωπο του ποιήματος, τον άξονα γύρω απ’ τον οποίο ο Κ. Καβάφης μας δίνει ένα σχόλιο για τους δημιουργούς, για τη στάση τους απέναντι στην εξουσία και διαμορφώνει ένα ψυχολογικό πορτραίτο τους όταν λειτουργούν κάτω από συνθήκες πίεσης απ’ την εξουσία και τη μεταβαλλόμενη ιστορική πραγματικότητα. Ο υπηρέτης του Φερνάζη λειτουργεί ως αγγελιοφόρος, ο οποίος, ανακοινώνοντας την «βαρυσήμαντην είδησι» της έναρξης του πολέμου με τους Ρωμαίους, ανατρέπει τα αρχικά σχέδια του ποιητή.
Από την άλλη, τα πραγματικά-ιστορικά πρόσωπα του ποιήματος, εκφραστές ενός σαθρού εξουσιαστικού συστήματος, καθιστούν το δίλημμα του ποιητή ζωντανό, «έγκυρο», πειστικό και διαχρονικό.
Καθώς πρόκειται για ποίημα αφηγηματικό, ο αφηγητής είναι ένα από τα πρόσωπα του ποιήματος˙ αυτός εκθέτει τα γεγονότα σε γ΄ πρόσωπο, περιγράφει τις ψυχολογικές διακυμάνσεις του Φερνάζη και ταυτόχρονα διατηρεί κριτική και ειρωνική στάση στη συμπεριφορά του ποιητή.
2. Τι είδους ποίημα γράφει ο Φερνάζης και με ποιο θέμα;  Τι τον απασχολεί ιδιαίτερα;
Ο ποιητής Φερνάζης γράφει ένα επικό ποίημα (στ. 2), που αναφέρεται στο βασιλιά Δαρείο, τον πρόγονο του βασιλιά του του Μιθριδάτη. «Το σπουδαίον μέρος», το κύριο θέμα του ποιήματος είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Δαρείος κατέλαβε την εξουσία.
Σ’ αυτήν ακριβώς τη στιγμή της δημιουργίας ο Φερνάζης προβληματίζεται: να καταγράψει ποιητικά την ιστορική πραγματικότητα, ότι δηλαδή ο Δαρείος ήταν αλαζόνας και πήρε την εξουσία με σκοτεινά και δόλια μέσα; Κάτι τέτοιο δεν θα ήταν αρεστό στο Μιθριδάτη που και απόγονος του Δαρείου ήταν και ο ίδιος είχε αναδειχθεί σε μονάρχη με παρόμοια μέσα (αφού σκότωσε το συμβασιλέα αδερφό του). Από την άλλη, αν παραποιούσε την ιστορική αλήθεια και πρόδιδε την ποιητική του ιδέα, εξωραΐζοντας τον τρόπο κατάληψης της εξουσίας απ’ το Δαρείο, θα κέρδιζε την εύνοια του Μιθριδάτη και χάρη σ’ αυτήν θα αποστόμωνε όλους τους ανταγωνιστές του. Αυτό λοιπόν το δίλημμα απασχολεί τον ποιητή την ώρα της δημιουργίας του.
3. Στο ποίημα παρατηρούνται συνεχείς επαναλήψεις λέξεων και φράσεων (π.χ. υπεροψίαν και μέθην, ελληνικά ποιήματα, τι αναβολή κ.ά.) Τι δηλώνουν οι επαναλήψεις αυτές, κατά τη γνώμη σας;
Οι επαναλήψεις αυτές είναι το εκφραστικό μέσο που χρησιμοποιεί ο Κ. Καβάφης για να αποδώσει τον ειρωνικό του τόνο στο ποίημα. Ειρωνεύεται λοιπόν αρχικά τον προβληματισμό και αργότερα τη στάση του ποιητή Φερνάζη. Με την επανάληψη των κολακευτικών προσδιορισμών του Μιθριδάτη δίνει με έμφαση την αντίθεση των πρσδιορισμών αυτών με την πραγματικότητα. Επίσης, οι επαναλήψεις (τι αναβολή, ελληνικά ποιήματα) αποδίδουν και την απελπισία του φανταστικού ποιητή μπροστά στην επικείμενη αναβολή του ιδιοτελούς σχεδίου του, ενώ η τελευταία (υπεροψίαν και μέθην) αισθητοποιεί την επίμονη επαναφορά  της ποιητικής ιδέας.
4. Στο ποίημα αυτό η τριτοπρόσωπη αφήγηση εναλλάσσεται με την πρωτοπρόσωπη. Ποιος είναι ο ρόλος αυτής της εναλλαγής;
Η τριτοπρόσωπη αφήγηση ανήκει σ’ έναν αφηγητή παντογνώστη που ακριβώς γι’ αυτό κατορθώνει να παρακολουθεί τη μεταβαλλόμενη στάση του Φερνάζη  και να παρουσιάζει, εκτός από τα γεγονότα, τις  ψυχολογικές μεταπτώσεις του ποιητή. Επίσης, με τον ειρωνικό τόνο που διατρέχει όλο το ποίημα σχολιάζονται οι μεταπτώσεις αυτές.
Με το α΄ πρόσωπο ο Καβάφης μας φέρνει πιο κοντά στο φανταστικό ποιητή. Μας διευκολύνει να εισπράξουμε πιο άμεσα και παραστατικά τις σκέψεις και τα συναισθήματά του. Η εναλλαγή του προσώπου της αφήγησης και η συνακόλουθη εναλλαγή της οπτικής γωνίας προσδίδει ποικιλία στο κείμενο και βοηθά στην καλύτερη πρόσληψη της ποιητικής ιδέας από τον αναγνώστη.
5. Να επισημάνετε τους στίχους στους οποίους διακρίνετε την «καβαφική ειρωνία» και να τους σχολιάσετε.
στ. 1: «σπουδαίον μέρος»: Ενδεικτική είναι η λόγια κατάληξη του επιθέτου. Σπουδαίο μέρος, κύριο θέμα  βέβαια ενός επικού ποιήματος για κάποιο βασιλιά είναι τα κατορθώματά του, το έργο του, η προσφορά του και όχι το πώς κατέλαβε την εξουσία. Επιπλέον, ο δόλιος τρόπος που χρησιμοποιήθηκε από το Δαρείο για να ανέβει στo θρόνο μόνο σπουδαίος δεν είναι.
στ. 7: «χρειάζεται φιλοσοφία»
στ. 11: «Βαθέως σκέπτεται το πράγμα ο ποιητής»: Η ειρωνία εδώ για τον βαθυστόχαστο προβληματισμό του Φερνάζη, το δίλημμα που αντιμετωπίζει. Η αντίδραση απελπισίας του ποιητή Φερνάζη όταν ξεσπά ο πόλεμος φανερώνει ότι πρόκειται για ψευδοδίλημμα. Ο φανταστικός ποιητής είχε πάρει ήδη την απόφασή του.
στ. 17-18: «Πού τώρα ο ένδοξος μας βασιλεύς, / ο Μιθριδάτης, Διόνυσος και Ευπάτωρ»: Η επανάληψη των κολακευτικών προσδιορισμών του Μιθριδάτη ενώ είναι γνωστό ότι σκότωσε τον αδερφό του για να γίνει μονάρχης. Πρόκειται για εμφανή ειρωνεία.
στ. 16: «Τι συμφορά!»
στ. 19: «μ’, ελληνικά ποιήματα ν’ ασχοληθεί»
στ. 20: «Μέσα σε πόλεμο -φαντάσου, ελληνικά ποιήματα»: Στους στίχους αυτούς η ειρωνεία έχει ως στόχο την αντίδραση του Φερνάζη ο οποίος οδύρεται όταν ξεσπά ο πόλεμος, όχι για τα δεινά που θα επιφέρει στη χώρα και στo λαό, αλλά γιατί θα ματαιώσει τα ιδιοτελή ποιητικά του σχέδια. Η επανάληψη «ελληνικά ποιήματα» ( στ. 19 και 20) εντείνει τον ειρωνικό τόνο του ποιητή.
στ. 21-25: «Ατυχία!…Τι αναβολή, τι αναβολή στα σχέδιά του.»: Η ειρωνεία για τον ίδιο λόγο συνεχίζεται και σε αυτή τη στροφή. Επικεντρώνεται στη λέξη «Ατυχία!» (στ. 21), κι ακόμη στην επανάληψη «Τι αναβολή» ( στ. 25).
στ. 36-37: «Το πιθανότερο είναι, βέβαια, υπεροψίαν και μέθην: / υπεροψίαν και μέθην θα είχεν ο Δαρείος»: Το λόγιο ύφος, η πιθανότητα που εκκρεμεί και η επανάληψη αποδίδουν την καβαφική ειρωνεία στην μεταβαλλόμενη στάση του ποιητή ανάλογα με τις ιστορικές συνθήκες.
6.Στο ποίημα γίνεται ευρεία χρήση σημείων στίξης (θαυμαστικού, ερωτηματικού, παύλας κ.ά). Ποια είναι η λειτουργία τoυς;
Είναι χαρακτηριστικό της καβαφικής  ποιητικής γραφής η προσεγμένη στίξη. Στο Δαρείο η πλούσια στίξη διευκολύνει τον ποιητή να προσδώσει βαρύτητα, νοηματική απόχρωση, ειρωνικό τόνο αλλά και να αποδώσει την ατμόσφαιρα που θέλει.Έτσι για παράδειγμα το θαυμαστικό είναι κυρίως μέσο απόδοσης της ειρωνείας του Αλεξανδρινού ποιητή (στ. 16, 21). Η άνω τελεία (στ. 9, 36) δείχνει ν’ αφήνει χρόνο στον αναγνώστη να προβληματιστεί. Όπως ακριβώς κάνει στις δύο αυτές σκηνές ο φανταστικός ποιητής Φερνάζης. Αποδίδει τη στοχαστική ατμόσφαιρα της ποιητικής δράσης και αιχμαλωτίζει τον αναγνώστη στην προβληματική του ποιητή. Δεν είναι τυχαίο ότι και στις δύο αυτές σκηνές (στ. 9 και 36-37) υπάρχουν φράσεις που υποδηλώνουν -πέραν των άλλων- την αβεβαιότητα, τον προβληματισμό («όχι όμως –μάλλον»,  στ. 9, «το πιθανότερο είναι» στ. 36, «θα είχεν» στ. 37). Τα ερωτηματικά στους στίχους 31, 32 αποδίδουν την αγωνία του Φερνάζη, ενώ το αυτονόητο των απαντήσεων (ρητορικές οι ερωτήσεις) αφήνει να διαφαίνεται η αλαζονεία του Μιθριδάτη.
2.2. Σχολιασμός ή σύντομη ανάπτυξη χωρίων του κειμένου:
1.Ποιο δίλημμα αντιμετωπίζει ο Φερνάζης γράφοντας το «σπουδαίον μέρος» του ποιήματος του; Ποιες σκέψεις σας υποβάλλει το δίλημμα αυτό;
(Σχετικά με το δίλημμα βλέπε απάντηση ερώτησης 2.1.2.)  
Το δίλημμα που αντιμετωπίζει ο Φερνάζης υποβάλλει σκέψεις σχετικά με τη στάση που πρέπει να κρατά ο δημιουργός απέναντι στη εξουσία, το κατά πόσον πρέπει να προσαρμόζει τις ποιητικές επιλογές του στην εκάστοτε εξουσία και στη σύγχρονή του ιστορική πραγματικότητα. Ο καλλιτέχνης έχει χρέος να υπηρετεί την αλήθεια, αν και με τρόπο διαφορετικό από εκείνο του ιστορικού. Πώς όμως εννοούμε την αλήθεια στην τέχνη και πόσο ελεύθερος είναι ο καλλιτέχνης όταν δεσμεύεται από διάφορους παράγοντες; Για παράδειγμα είναι γνωστό ότι η επική ποίηση, στην αρχαιότητα ή στον ευρωπαϊκό μεσαίωνα ήταν προορισμένη να ακούγεται στις αυλές των αρχόντων. Πόσο ελεύθερος ήταν λοιπόν ο ποιητής να πει την αλήθεια για πρόσωπα της αυλής, τόσο του παρόντος όσο και του παρελθόντος; Μήπως τελικά υποχρεωνόταν να εξιδανικεύει πρόσωπα και να ωραιοποιεί καταστάσεις, επομένως να ψεύδεται σχετικά με αυτά ή μήπως κατάφερνε να εφευρίσκει τρόπους να υπερβαίνει τις δεσμέυσεις και να υπονοεί την αλήθεια;
Τα έργα που είναι προορισμένα να κολακεύουν την εξουσία, λειτουργώντας ως μέσα προπαγάνδας, δεν αντέχουν στο χρόνο. Αντίθετα, για να μείνει ένα έργο στην αιωνιότητα, για να είναι ένα έργο πραγματικό έργο τέχνης, πρέπει να καταφέρει να αποδώσει την εικόνα της εποχής όπως ήταν, να πει την αλήθεια για πρόσωπα και καταστάσεις και μάλιστα με τρόπο που να προκαλεί αισθητική απόλαυση. (Απτό παράδειγμα γνήσιας ποίησης, που, αν και επική, αποδίδει την αλήθεια για μια ολόκληρη εποχή είναι τα ομηρικά έπη).
Ωστόσο, δεν είναι εύκολο για τον δημιουργό να κρατήσει σωστή απόσταση από την εξουσία. Κάτι τέτοιο απαιτεί υψηλό ήθος, ανιδιοτελή κίνητρα, οξύνοια και αληθινό ταλέντο.
2. Τι αποκαλύπτουν για την ψυχική διάθεση του Φερνάζη οι επιφωνήσεις των στίχων 16 και 21 («Τι συμφορά!»και «Ατυχία!»);
Η ήρεμη και στοχαστική ατμόσφαιρα της α΄ στροφικής ενότητας διακόπτεται από την αναγγελία της είδησης για την έναρξη του πολέμου. Ο ποιητής μόλις ακούει τα άσχημα νέα αναφωνεί κατάπληκτος: «Τι συμφορά!» και λίγο αργότερα: «Ατυχία!». Η αγωνία του, η αναστάτωσή του, είναι προφανής. Τα συναισθήματα όμως που τον κυριεύουν δεν είναι -όπως θα ήταν αναμενόμενο-η οδύνη και ο πόνος για τις συμφορές που συνεπάγεται ο πόλεμος για την πατρίδα και το λαό. Είναι η αγωνία, κυρίως η απελπισία, γιατί τώρα αναβάλλονται τα προσωπικά σχέδια του, καθώς σε συνθήκες πολέμου ο Μιθριδάτης δεν αποκλείεται ν’ ασχοληθεί με τα ποιήματα του˙ έτσι δεν θα κερδίσει την εύνοιά του, ούτε μέσω αυτής θα κατατροπώσει τους ανταγωνιστές του. Αγωνιά και αγανακτεί λοιπόν ο ποιητής για την προσωπική ατυχία που τον βρήκε, για την απώλεια της ευκαιρίας να υπηρετήσει τους ιδιοτελείς σκοπούς του.
3. Πώς ερμηνεύετε το νόημα του στίχου 20: «Μέσα σε πόλεμο -φαντάσου, ελληνικά ποιήματα»;
Η μεταβολή των ιστορικών συνθηκών, το ξέσπασμα του πολέμου, ανατρέπει τα σχέδια του ποιητή Φερνάζη. Κι αυτό γιατί ο βασιλιάς Μιθριδάτης μέσα στη δίνη του πολέμου είναι αδύνατο να ενδιαφερθεί για τέχνη και πολιτισμό, για τα ποιήματά του. Στο στίχο 20 τονίζεται στην ουσία η σημασία, ο ρόλος των ιστορικών συνθηκών στις ποιητικές επιλογές του δημιουργού: «Μέσα σε πόλεμο -φαντάσου, ελληνικά ποιήματα». Είναι ένας ενδοιασμός, γράφει ο Γ. Βελουδής που βασανίζει προσωρινά τη σκέψη του Φερνάζη και που εκφράζει ένα θεμελιακό προβληματισμό του ίδιου του Kαβάφη: τη σχέση της τέχνης με τις επιταγές της ιστορικής πραγματικότητας, συμπυκνωμένης στην πιο κρίσιμη στιγμή της: τη στιγμή του πολέμου. Να σταθούμε και στη φράση «ελληνικά ποιήματα». Με αυτήν υποδηλώνεται ένα στοιχείο πολιτισμού: οι Πέρσες γράφουν ποιήματα στα ελληνικά, μια γλώσσα με παγκόσμια ακτινοβολία στα ελληνιστικά χρόνια, ως ένδειξη υψηλού πολιτισμικού επιπέδου. Από την άλλη πλευρά, ο προσδιορισμός «ελληνικά», ενώ ακριβώς χαρακτηρίζει δείγματα υψηλής τέχνης, στην περίπτωση αυτή μοιάζει να προσδίδει ασημαντότητα στα ποιήματα: σε καιρό πολέμου ο πολιτισμός δεν έχει καμία θέση.
4. Πώς σκιαγραφείται η προσωπικότητα του Φερνάζη στο ποίημα;
Ο Φερνάζης προβληματίζεται γράφοντας ένα επικό ποίημα για το Δαρείο, για το ποια θέση πρέπει να κρατήσει σχετικά με τον τρόπο που κατέλαβε την εξουσία. Να πει την αλήθεια, αποδίδοντάς του  «υπεροψίαν και μέθην» και να δυσαρεστήσει έτσι τον τωρινό βασιλιά του, τον Μιθριδάτη, που μάλιστα και ο ίδιος χρησιμοποίησε δόλια μέσα για να ανέβει στο θρόνο ή να εξωραΐσει την πραγματικότητα και να κερδίσει την εύνοια του βασιλιά; Αποφασίζει να γίνει αρεστός στο Μιθριδάτη και να ωφεληθεί ως ποιητής από αυτό. Πρόκειται λοιπόν για έναν άνθρωπο καιροσκόπο. Είναι ιδιοτελής, λειτουργεί οπορτουνιστικά με μοναδικό γνώμονα το προσωπικό του συμφέρον. ΄Ενας αυλοκόλακας που ξεπουλάει και την τέχνη του  ακόμα για να καρπωθεί την εύνοια του ισχυρού και να αποστομώσει τους ανταγωνιστές του ποιητές. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη κι όταν μαθαίνει την έναρξη του πολέμου οδύρεται, όχι για το κακό που βρίσκει τη χώρα του, αλλά γιατί ματαιώνονται τα σχέδιά του.
Όμως, ο Φερνάζης θα αλλάξει στάση καθώς θα συνειδητοποιήσει την αλλαγή των ιστορικών συνθηκών: αποφασίζει τώρα, χωρίς φόβο πια, να υπηρετήσει με την τέχνη του την αλήθεια. Ίσως για να κερδίσει την εύνοια των Ρωμαίων που πρόκειται να αναλάβουν την εξουσία. Πιο πιθανό γιατί ως πνευματικός δημιουργός έχει την ευκαιρία με την εξέλιξη που πήραν τα πράγματα να καταστεί θεράποντας της ποίησης. Πόση αξία όμως έχει η τελική του επιλογή, όταν είναι αποτέλεσμα προσαρμογής της ποιητικής του ιδέας στις νέες συνθήκες της επικράτησης των ρωμαϊκών λεγεώνων;
Ωστόσο, υπάρχει και μια άλλη οπτική του θέματος, την οποία εκφράζει ο Δ. Μαρωνίτης και αξίζει στο όνομα της σφαιρικής θέασης, να την αναφέρουμε:
«...Είναι λοιπόν ο Φερνάζης ένας απλός κόλακας της εξουσίας; …Ας πούμε καλύτερα πως είναι ένας επαγγελματίας ποιητής, κι όχι ένας ανιδιοτελής τεχνίτης, παραδομένος μόνο στις επιταγές της Μούσας του. Επιτέλους έπος γράφει ο άνθρωπος˙ και είναι γνωστό ότι τα έπη από τα ομηρικά ακόμη χρόνια, ακούγονται σε βασιλικές αυλές. Ότι ο Φερνάζης δεν είναι ένας απλός κόλακας, το δείχνει και η δυσκολία που τον σταματά: αναρωτιέται για τα αισθήματα του Δαρείου, την ώρα που ο Πέρσης μονάρχης παίρνει την εξουσία στα χέρια του˙...
...Η συμφορά (η είδηση περί έναρξης του πολέμου) προκαλεί στην αρχή αποκλειστικά και μόνο τα αντανακλαστικά του ως ποιητή...Το πρόβλημα είναι σε τελευταία ανάλυση θέμα προσαρμογής σε μια αδόκητη και δυσάρεστη πραγματικότητα. Ποιος την πετυχαίνει εύκολα και αμέσως; Τα αντανακλαστικά λοιπόν του Φερνάζη λειτουργούν φυσικά και αυτόματα: η ατομική έγνοια σκεπάζει στην αρχή την ομαδική συμφορά…
...Κάποτε επιτέλους βγαίνει ο Φερνάζης απ’ το ποιητικό κλουβί του˙ αρχίζει να αντιδρά σαν ένας κοινός πολίτης της Αμισού. Τώρα μπαίνει σε λειτουργία το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, εκφρασμένο με μια γλώσσα ομαδική...Αλλά ο Φερνάζης δεν χάνει ολότελα τον οίστρο του τον ποιητικό μέσα στην πολεμική παραζάλη. Το μυαλό του δουλεύει διπλά˙ μια με τα αντανακλαστικά του κοινού ανθρώπου, μια με τα αντανακλαστικά του ποιητή. Το περίεργο είναι πως τα πρώτα βοηθούν τα δεύτερα, και η δυσκολία της αρχής καταλήγει σε τοκετό: «υπεροψίαν και μέθην θα είχεν ο Δαρείος».
Και κλείνει ο Δ. Μαρωνίτης: «Ο Φερνάζης όμως είναι απόλυτα ειλικρινής και ρεαλιστικός. Έστω κι αν δεν ταυτίζονται, Καβάφης και Φερνάζης έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό μεταξύ τους: δεν μπορούν να κάνουν ποίηση δίχως να πουν την αλήθεια, όσο πικρή κι αν είναι˙ αυτή είναι η υπεροψία τους, η πιο αβλαβής μορφή υπεροψίας που ξέρω».
Πρόκειται για μια πιο ήπια κριτική που αντιμετωπίζει αρχικά τον Φερνάζη ως ένα απλό άνθρωπο που εύλογα κοιτάζει το συμφέρον του και τελικά ως τον ποιητή που υπηρετεί την τέχνη του.
5. Πώς παρουσιάζεται στο ποίημα η στάση του Φερνάζη απέναντι στο βασιλιά Μιθριδάτη και στους άλλους ποιητές της αυλής;
Ο Φερνάζης προσπαθώντας να εξασφαλίσει την εύνοια του βασιλιά Μιθριδάτη γράφει ένα επικό ποίημα, στο οποίο αναφέρεται υμνητικά στον πρόγονό του Δαρείο. Η επιλογή του θέματος, τα εγκωμιαστικά επίθετα («ένδοξος»), αλλά και τα μεγαλοπρεπή ονόματα («Διόνυσος και Ευπάτωρ») του Μιθριδάτη που χρησιμοποιεί, δηλώνουν ακριβώς τη διάθεσή του να κολακέψει το βασιλιά.
Η σχέση του με τους άλλους αυλικούς ποιητές δείχνει ανταγωνιστική, αφού τους χαρακτηρίζει «φθονερούς επικριτάς» και επιθυμεί να τους «αποστομώσει». Αποσκοπεί λοιπόν στην εύνοια του βασιλιά προκειμένου να καταξιωθεί ως ποιητής και να υπερισχύσει έναντι των άλλων ομότεχνών του.
6. Πώς αντιμετωπίζει ο Φερνάζης την έναρξη του πολέμου με τους Ρωμαίους και με ποιο τρόπο επηρεάζει η πραγματικότητα αυτή την ποιητική του έμπνευση;
Αρχικά, ο Φερνάζης αισθάνεται απελπισία, απογοήτευση, αγωνία και αδημονία. Όλα αυτά γιατί αντιλαμβάνεται ότι τα ιδιοτελή ποιητικά του σχέδια αναβάλλονται ή ματαιώνονται.
Εγκλωβισμένος στο προσωπικό του συμφέρον δεν μπορεί, αρχικά τουλάχιστον, να δει τις συνέπειες του επερχόμενου  πολέμου για τη χώρα και τους ανθρώπους της. Σταδιακά όμως αρχίζει να αντιλαμβάνεται τους κινδύνους που εγκυμονεί ο πόλεμος. Λειτουργεί τώρα ως πολίτης μιας χώρας που αδυνατεί να αντιμετωπίσει τον εισβολέα. Σκέφτεται για την ασφάλειά της Αμισού και την υψηλή πιθανότητα ήττας. Δείχνει να εκφράζει πια τη συλλογική αγωνία, τους φόβους ενός απλoύ ανθρώπου που η χώρα του αναμετράται πολεμικά με έναν φρικτότατο εχθρό.
Αυτή η πραγματικότητα του πολέμου θα διαφοροποιήσει τώρα και τις ποιητικές του επιλογές. Καθώς δεν υπάρχει πια λόγος να κολακέψει το βασιλιά του, επιλέγει να υπηρετήσει μέσα απ’ την τέχνη του την αλήθεια: «υπεροψίαν και μέθην θα είχεν ο Δαρείος». Ο Φερνάζης παρουσιάζεται στο τέλος του ποιήματος ως γνήσιος λειτουργός της ποίησης, στην πραγματικότητα όμως προσαρμόζει την ποιητική του ιδέα στα νέα ιστορικά δεδομένα˙ αυτά του επιτρέπουν να πει την αλήθεια. Θα είχε καταλήξει στην ίδια εκδοχή αν δεν ξεσπούσε ο πόλεμος;

3. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΑΔΙΔΑΚΤΟΥ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Κ. Π. Καβάφης: «Μάρτιαι ειδοί»

Τα μεγαλεία να φοβάσαι, ω ψυχή.
Και τες φιλοδοξίες σου να υπερνικήσεις
αν δεν μπορείς, με δισταγμό και προφυλάξεις
να τες ακολουθείς. Κι όσο εμπροστά προβαίνεις,
τόσο εξεταστική, προσεκτική να είσαι.

κι όταν θα φθάσεις στην ακμή σου, Καίσαρ πια,
έτσι περιωνύμου ανθρώπου σχήμα όταν λάβεις,
τότε κυρίως πρόσεξε σαν βγεις στον δρόμο έξω,
εξουσιαστής περίβλεπτος με συνοδεία,
αν τύχει και πλησιάσει από τον όχλο
κανένας Αρτεμίδωρος, που φέρνει γράμμα,
και λέγει βιαστικά  «Διάβασε αμέσως τούτα
είναι μεγάλα πράγματα που σ’ ενδιαφέρουν»,
μη λείψεις να σταθείς...
Ερώτηση
Να συσχετίσετε το παραπάνω απόσπασμα με την κεντρική ιδέα του ποιήματος «Ο Δαρείος».
Στο ποίημα «Ο Δαρείος» ο Καβάφης κάνει ένα σχόλιο για κάποιους ποιητές, που κινούμενοι από υπέρμετρη φιλοδοξία και επιζητώντας τα μεγαλεία, χρησιμοποιούν την τέχνη τους με σκοπό την κολακεία των αρχόντων προκειμένου οι ίδιοι να εξασφαλίσουν προσωπικά οφέλη. Κι ακόμη ανάγει σε διαχρονικά σύμβολα υπερφίαλης και αλαζονικής εξουσίας τους βασιλείς Μιθριδάτη και Δαρείο.
Στο σημείο αυτό, γύρω δηλαδή από το ζήτημα της αλλαζονείας  μπορούμε να αναζητήσουμε την ομοιότητα του ποιήματος «Ο Δαρείος» με το «Μάρτιαι ειδοί». Στο ποίημα αυτό ο Καβάφης με έντονο διδακτικό τόνο προτρέπει κάθε άνθρωπο να είναι ταπεινός. Όσο μάλιστα μεγαλύτερα αξιώματα καταλαμβάνει, τόσο πιο μακριά απ’ την αλαζονεία και την υπεροψία πρέπει να στέκει˙ «υπεροψίαν και μέθην θα είχεν ο Δαρείος» μας λέει ο ποιητής στο προς εξέταση ποίημα. Να ο κοινός τόπος: η αλαζονεία και η υπεροψία της εξουσίας, που δυστυχώς δεν πληρώνονται μόνο απ’ την ίδια την εξουσία (ο Ιούλιος Καίσαρας δεν άφησε το σοφιστή Αρτεμίδωρο να τον ειδοποιήσει για την συνωμοσία του Βρούτου και του Κάσσιου εναντίον του και τιμωρήθηκε, αφού πλήρωσε την υπεροψία του με τη ζωή του), αλλά και απ’ τους λαούς (η ήττα του Μιθριδάτη, που από αλαζονεία πολεμά με τους Ρωμαίους, θα έχει βαρύ τίμημα για το λαό του, τους Καππαδόκες).

Κ. Π. Καβάφης: «Εν δήμω της Μικράς Ασίας»

Η ειδήσεις για την έκβαση της ναυμαχίας, στο Άκτιον,
ήσαν βεβαίως απροσδόκητες,
Αλλά δεν είναι ανάγκη να συντάξουμε νέον έγγραφον.
Τ’ όνομα μόνον ν’ αλλαχθεί. Αντίς, εκεί
στες τελευταίες γραμμές, «Λυτρώσας τους Ρωμαίους
απ’ τον ολέθριον Οκτάβιον,
τον δίκην παρωδίας Καίσαρα»
τώρα θα βάλουμε «Λυτρώσας τους Ρωμαίους
απ’ τον ολέθριον Αντώνιον».
Όλο το κείμενον ταιριάζει ωραία.

«Στον νικητήν, τον ενδοξότατον,
τον εν παντί πολεμικώ έργω ανυπέρβλητον,
τον θαυμαστόν επί μεγαλουργία πολιτική,
υπέρ του οποίου ενθέρμως εύχονταν ο δήμος
την επικράτησι του Αντωνίου»
εδώ, όπως είπαμεν, η αλλαγή: «του Καίσαρος
ως δώρον του Διός κάλλιστον θεωρών-
στον κραταιό προστάτη των Ελλήνων,
τον έθη ελληνικά ευμενώς γεραίροντα,
τον προσφιλή εν πάση χώρα ελληνική,
τον λίαν ενδεδειγμένον για έπαινο περιφανή,
και για την εξιστόρησι των πράξεών του εκτενή
 εν λόγω ελληνικώ κ’ έμμετρω και πεζώ.
Ερώτηση
Πώς εξυπηρετεί, σύμφωνα με το παραπάνω ποίημα, ο «λόγος» την προβολή του ιστορικού γεγονότος;
Να συσχετισθεί με το Δαρείο. 
Στο ποίημα «Εν δήμω της Μικράς Ασίας» ο λόγος, ένα συγχαρητήριο ψήφισμα προς το νικητή της ναυμαχίας του Ακτίου, εκφράζεται με σκοπό την εξασφάλιση της έυνοιάς του. Πιθανός νικητής θεωρήθηκε ο Αντώνιος. Πλέκεται λοιπόν το εγκώμιο του πριν ακόμη αναδειχθεί νικητής. Η ιστορική αλήθεια δεν ενδιαφέρει. Μόνο η εύνοια του ισχυρού.
Όμως, «απροσδόκητα» νικητής αναδεικνύεται ο Οκτάβιος. Ο «λόγος», το εγκώμιο, ο ύμνος θα μείνουν ίδια. Θα αλλάξει μόνο το όνομα του νικητή. Τιμημένος, ένδοξος, άξιος επαίνου είναι τώρα ο Οκτάβιος. Όσοι ζητούν τη συμπάθεια του δυνατού αδιαφορούν για την ιστορική αλήθεια. Η προβολή του ιστορικού γεγονότος προσαρμόζεται στα μέτρα του νικητή.
Στο Δαρείο, τώρα, ο Φερνάζης με τον ποιητικό του λόγο αρνείται αρχικά να αποδώσει την ιστορική πραγματικότητα. Κινείται κι αυτός με στόχο να εξασφαλίσει την έυνοια του βασιλιά Μιθριδάτη. Ο λόγος, το ποίημά του, θα στρεβλώσει την ιστορική πραγματικότητα. Η αλλαγή όμως εδώ των ιστορικών συνθηκών -η έναρξη του πολέμου -θα διαφοροποιήσει την ποιητική του επιλογή. Λειτουργώντας ως γνήσιος υπηρέτης της Ποίησης θα προβάλλει την ιστορική αλήθεια, καθώς δεν υπάρχει άλλωστε ούτε ο φόβος της εξουσίας πια, ούτε η δυνατότητα να αποσπάσει την εύνοια του βασιλιά του.
Συμπερασματικά ο «λόγος» είτε ως ποίημα, είτε ως επιστολή είναι συχνά το μέσο προβολής των ιστορικών γεγονότων. Αρθρώνεται όμως ανάλογα με το σκοπό που θέλουν οι συντάκτες του να υπηρετήσουν. Κι ακόμη, όταν η ιστορική πραγματικότητα διαφοροποιείται, επηρεάζονται κάποτε οι επιλογές των δημιουργών γιατί στην ουσία αλλάζει κι ο σκοπός τους.













Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2015

Κ. Π. Καβάφης (1863-1933): Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου ποιητού εν Κομμαγηνή• 595 μ.Χ.



Γιος πλούσιου εμπόρου, ένατο και τελευταίο παιδί της οικογένειας. Από το 1872, οπότε και πέθανε ο πατέρας, μέχρι το 1885 έζησε στην Αγγλία, στην Αλεξάνδρεια, στην Κωνσταντινούπολη, στην Αλεξάνδρεια. Στο μεταξύ χάθηκε η περιουσία της οικογένειας. Γλωσσομαθής και πολύ μορφωμένος, αν και ποτέ δεν σπούδασε, εργάστηκε ως υπάλληλος στο «Γραφείο Αρδεύσεων της Αιγύπτου» (1892-1922).
1886-1893: ποιήματα, που αργότερα αποκηρύσσει, επηρεασμένα από τους Φαναριώτες και τον αθηναϊκό ρομαντισμό. Πρόκειται για ποιήματα μελαγχολικά, γραμμένα στην καθαρεύουσα.
1893-1899: ποιήματα επηρεασμένα από το συμβολισμό (Κεριά, Η Πόλις, Περιμένοντας τους βαρβάρους κτλ.).
1899: ποιητικός ρεαλισμός, απαλλαγμένος από τις επιδράσεις του συμβολισμού και του ρομαντισμού.
Τα ποιήματά του κατανέμονται σε τρεις θεματικούς κύκλους, ιστορικό, φιλοσοφικό, ηδονιστικό ή αισθησιακό, οι οποίοι όμως πολλές φορές επικαλύπτονται. Τα ιστορικά πρόσωπα μπορεί να είναι πραγματικά ή πλαστά από τα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια, ενώ φωτίζονται όχι οι μεγάλες, οι ηρωικές στιγμές τους αλλά οι πολύ προσωπικές στιγμές της καθημερινότητάς τους. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν τα ποιήματα Περιμένοντας τους βαρβάρους (1904), Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον (1911), Αλεξανδρινοί Βασιλείς (1912) ... Στα φιλοσοφικά αναδεικνύεται κυρίως το στοιχείο του διδακτισμού και έννοιες υψηλές και καθολικές (χρέος, μοίρα, ύβρις). Ποιήματα όπως Θερμοπύλες (1903), Πόλις (1910), Μάρτιαι Ειδοί (1911), Η διορία του Νέρωνος (1918) είναι φιλοσοφικά. Στα ηδονικά, παρόλο τον ξεκάθαρα ομοφυλοφιλικό ερωτισμό, το φύλο του ερωτικού αντικειμένου δεν είναι σαφές. Σε τελευταία ανάλυση, για τον Καβάφη το πρόσωπο είναι η αφορμή για να ξεσηκωθούν συναισθήματα από τα βάθη της μνήμης, απομεινάρια μιας νιότης μακρινής. Εδώ ξεχωρίζουν τα ποιήματα Επέστρεφε (1912), Θυμήσου σώμα (1918), Σ’ ένα βιβλίο παληό, Ρωτούσε για την ποιότητα (1930).
Οι στίχοι είναι ελεύθεροι, ιαμβικοί, ανισοσύλλαβοι, ανομοιοκατάληκτοι, με χασμωδίες, προσεγμένοι στη στίξη, στην παύση, στις περιόδους. Η γλώσσα είναι δημοτική με λόγια στοιχεία και πολίτικους ιδιωματισμούς, με λέξεις συχνά «αντιποιητικές», καθημερινές και καθόλου μουσικές.
Από τα ποιήματά του Καβάφη απουσιάζουν τα καλολογικά στολίδια, τα «σπουδαία» εκφραστικά μέσα και τα σχήματα λόγου, όπως επαναφορές, πολυσύνδετα, επίθετα -όσα επίθετα υπάρχουν λειτουργούν απολύτως συμπληρωματικά στο νόημα· λείπουν ακόμη ο σταθερός αριθμός στίχων και η ομοιοκαταληξία. Αντίθετα, οι επαναλήψεις και οι ταυτολογίες, που μπορούμε να πούμε ότι καθιστούν το νόημα χαλαρό, προσδίδουν στο ποίημα το χαρακτήρα του πεζού. Η διαύγεια της σκέψης, η σαφήνεια, η ακριβολογία, η απουσία λυρικών εξάρσεων και η λιτότητα εκφραστικών μέσων ωθούν τον αναγνώστη να προσέξει περισσότερο τον στοχασμό, το φιλοσοφικό βάθος, τις ψυχολογικές αλήθειες. Και ακόμη: ειρωνεία, ρεαλισμός, έλλειψη ρητορισμού και στόμφου, υπαινικτικότητα, διάθεση διδακτική, διάλογος που προσδίδει δραματικότητα / θεατρικότητα χαρακτηρίζουν γενικά την ποίηση του Καβάφη. Όλα αυτά τα στοιχεία συντείνουν στο χαρακτηρισμό της ποίησής του ως πεζολογικής που αναδεικνύει την ουσία της ζωής μέσα από τις λεπτομέρειές της.


Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου ποιητού εν Κομμαγηνή· 595 μ.Χ.

Ο τίτλος του ποιήματος είναι από τους εκτενέστερους που έγραψε ποτέ ο Καβάφης. Σε αυτόν προσδιορίζονται το πρόσωπο που μιλά –ή υποτίθεται πως μιλά–, ο τόπος και ο χρόνος. Όλα αυτά τα στοιχεία υποδεικνύουν μια συγκεκριμένη κατάσταση (μελαγχολία) ενός συγκεκριμένου προσώπου (Ιάσων Κλέανδρος), έστω και φανταστικού, σε ένα συγκεκριμένο τόπο μάλλον σε παρακμή (Κομμαγηνή), καθώς σε τέσσερις περίπου δεκαετίες από το 595 μ.Χ. θα έπεφτε στα χέρια των Αράβων (638 μ.Χ). Ο Καβάφης δηλαδή παραθέτει όλα εκείνα τα στοιχεία που θα πείσουν τον αναγνώστη ότι πρόκειται για υπαρκτό ποιητή του παρελθόντος.
Ωστόσο, από την ανάγνωση του ποιήματος συνειδητοποιούμε ότι ο φανταστικός ποιητής Ιάσων Κλέανδρος ταυτίζεται με τον Καβάφη, ότι, στην ουσία, το πρόβλημα (η μελαγχολία) είναι του ίδιου του Καβάφη, ότι είναι αυτός που τελικά συνομιλεί με την ποίηση προσωποποιώντας την (στ. 4-9) στην πόλη του Αλεξάνδρεια και κατά το έτος 1921, σε μια εποχή δηλαδή παρακμής, αντίστοιχης με της Κομμαγηνής. Ο Ιάσων Κλέανδρος είναι το προσωπείο και το άλλοθι του Καβάφη, πίσω από τα οποία καλύπτει τα δικά του συναισθήματα και προβλήματα, τις δικές του προσδοκίες.
Ποιο είναι το πρόβλημα που προκάλεσε τον Καβάφη σε αυτόν τον διάλογο με την ποίηση, που στην ουσία είναι ένας εσωτερικός μονόλογος του ποιητή με τον εαυτό του; Είναι το πέρασμα του χρόνου, η φθορά του σώματος και της μορφής, η προσδοκία του αναπόφευκτου τέλους (Δεν έχω εγκαρτέρησι καμιά). Ο ποιητής βιώνει αυτή την κατάσταση οδυνηρά, κάτι που μεταδίδει στον αναγνώστη με την παρομοίωση της κατάστασης με πληγή από φρικτό μαχαίρι, την οποία επαναλαμβάνει δύο φορές (στ. 2 και 7) και μέσω της οποίας κάνει απτή την κατάστασή του. Η γήρανση του σώματος αισθητοποιείται μέσα από την παρομοίωση: οι αυλακιές των ρυτίδων σημάδια από μαχαίρι, αλλά και οι ρυτίδες μαχαιριά στην ψυχή του ποιητή.
Πόσο μπορεί να βοηθήσει η τέχνη της ποίησης τον ίδιο τον ποιητή στην αντιμετώπιση της κοινής για όλους υπαρξιακής αγωνίας; Πόσο μπορεί να τον βοηθήσει η ικανότητά του να δημιουργεί χρησιμοποιώντας τη φαντασία και τον λόγο; Πόση ικανοποίηση μπορεί να του προσφέρει το κάθε ποίημα που δημιουργεί, βοηθώντας τον να ξεχάσει τη φθορά που οδηγεί στον αναπόφευκτο θάνατο; Όσο μπορεί να βοηθήσει ένα φάρμακο σε μια μόνιμη πληγή· πρόσκαιρα δηλαδή και για λίγο. Την ικανοποίηση που φέρει κάθε φορά η ποιητική δημιουργία την ακολουθεί η επαναφορά στην πραγματικότητα και την αλήθεια. Πόσο πρόσκαιρη είναι η ικανοποίηση φαίνεται από το γεγονός ότι ο Ιάσων που υποτίθεται ότι διαλέγεται με τον εαυτό του και την ποίηση δεν ξέφυγε από την τύχη του κάθε ανθρώπου: έχει πεθάνει. Πράγματι λοιπόν, η ποίηση, όπως και κάθε μορφή τέχνης, προσδίδει στον δημιουργό, αλλά και σ’ αυτόν που προσλαμβάνει το δημιούργημα, μια μόνο πρόσκαιρη αίσθηση αιωνιότητας και ότι ο θάνατος μπορεί να παταχθεί.
Και πάντως, για μια ακόμη φορά ο Καβάφης μας δηλώνει τα μέσα της ποιητικής του δημιουργίας, που λειτουργούν και ως φάρμακα στο πρόβλημά του: είναι η φαντασία και ο λόγος. Αλλά ο λόγος όχι μόνο ως γλώσσα «που πραγματοποιεί τη σύλληψη», ως λέξεις που καθιστούν απτή τη σύλληψη του ποιητή (διαφορετικά θα έμενε στον νου του) αλλά και ως λογική ικανότητα που οργανώνει το υλικό που συλλαμβάνεται «με τη δύναμη της φαντασίας». 

Ερωτήσεις του σχολικού βιβλίου
1. Το πρόβλημα που θίγει εδώ ο ποιητής είναι κατά πόσο η ποιητική τέχνη μπορεί να αντιπαλέψει την αίσθηση της φθοράς που βιώνει ο ίδιος, την αίσθηση ότι το πεπερασμένο τον αφορά, ειδικά τώρα που είναι 58 ετών, ότι ο θάνατος δεν είναι πια μια υπόθεση που αφορά τους άλλους (είναι μια αίσθηση που έχει συνήθως ο νέος άνθρωπος). Για τον Καβάφη η τέχνη είναι ένα καταφύγιο που του επιτρέπει να λησμονεί μόνο για λίγο την αίσθηση ενός χρόνου που περνά από πάνω του αμετάκλητα (για τον Καρυωτάκη η ποίηση ήταν το πιθανό καταφύγιο που θα τον απάλλασσε από την οδύνη που προκαλεί στον ποιητή η συσσώρευση των ερεθισμάτων από τον εξωτερικό κόσμο).
Η συγκεκριμενοποίηση του προσώπου του ποιητή (του δίνει όνομα, άρα υπόσταση) καθιστά τον πόνο του ποιητή όχι ένα πρόβλημα θεωρητικό αλλά πρόβλημα που αφορά συγκεκριμένο άτομο. Ωστόσο, ο ρεαλισμός που πετυχαίνει ο Καβάφης μέσα από την υπόσταση του φανταστικού ποιητή Ιάσωνα δεν αφήνει περιθώρια για ελπίδα. Γιατί ο Ιάσων είναι ένα πρόσωπο του παρελθόντος που δεν υπάρχει πια. Επομένως, η ποίηση μόνο πρόσκαιρα απάλυνε την οδύνη που του προκαλούσε το πέρασμα του χρόνου. Η ποίηση δεν μπόρεσε να του χαρίσει αιώνια ζωή. Εξάλλου, ο ποιητής, πέρα από δημιουργός, είναι και καθημερινός άνθρωπος με απόλυτη επίγνωση των προβλημάτων και της δυνατότητας να επιλυθούν, όπως και της δύναμης που έχει η ποίηση. Πρόκειται για δύναμη όχι απεριόριστη και μάλλον αμφίβολη· γι’ αυτό ο ποιητής χαρακτηρίζει τα φάρμακα της ποίησης δοκιμές. Η όποια υπερνίκηση του χρόνου είναι μόνο πνευματική.
Με το τέχνασμα ενός υποτιθέμενα υπαρκτού ποιητή, ο Καβάφης τοποθετεί τον ρόλο της ποίησης σε ένα επίπεδο ρεαλιστικό, χωρίς να τις προσδίδει ιδιότητες και ικανότητες που δεν έχει, ή να εναποθέτει σε αυτήν προσδοκίες που η ποίηση δεν είναι σε θέση να υλοποιήσει. Αντίθετα, αν ο τίτλος έμενε γενικός –Μελαγχολία Ποιητού–, αν ο ποιητής δεν ήταν συγκεκριμένος, αν δεν γνωρίζαμε ότι έχει ήδη πεθάνει, και μάλιστα προ πολλού, τότε θα αφηνόταν μια ελπίδα για το μέλλον, ότι δηλαδή η ποίηση μπορεί να απαλλάξει τον ποιητή από τη μελαγχολία που του προκαλεί η σκέψη της φθοράς, ότι μπορεί να τον απαλλάξει από την ίδια τη φθορά. Επιπλέον, αν στη θέση του τίτλου και του περιεχομένου του ποιήματος ο Καβάφης τοποθετούσε έναν αληθινό ποιητή, τότε το πρόβλημα θα αφορούσε μόνο το συγκεκριμένο πρόβλημα. Η αναγωγή του σε ένα φανταστικό το καθιστά πρόβλημα του οποιουδήποτε ποιητή, και του Καβάφη ειδικότερα.
2. Το ποίημα αποτελείται από δύο δυσανάλογες ως προς το μέγεθός τους στροφές. Στην πρώτη ο Καβάφης εκθέτει το πρόβλημα του Ιάσωνα και τον ρόλο που μπορεί να παίξει η ποίηση στην άμβλυνσή του. Η δεύτερη στροφή αποτελείται από τρεις στίχους που επαναλαμβάνουν τα βασικά μοτίβα τα πρώτης: το γήρασμα πληγή από φρικτό μαχαίρι (στ. 2, 7), η ποίηση είναι φάρμακο που μπορεί να γιάνει την πληγή (στ. 5, 8), πρόσκαιρα όμως (στ. 6, 9).
Το πρώτο ενικό πρόσωπο υποδηλώνει ότι ο Καβάφης υποδύεται τον ρόλο του Ιάσωνος σαν ηθοποιός σε ρόλο θεατρικό. Το δεύτερο ενικό πρόσωπο υποδηλώνει τη συνομιλία του ποιητή με την ίδια την ποίηση, μέσω της οποίας προσπαθεί να συμφιλιωθεί με τα γεράματα και με την αγωνία του θανάτου. Στην ουσία δεν πρόκειται για συνομιλία αλλά για μονόλογο εσωτερικό σε μια μικτή γλώσσα (καθαρεύουσα, δημοτική) χωρίς λογοτεχνικά στολίδια, σε ιαμβικό ελεύθερο στίχο. Ο Καβάφης προσωποποιεί/μυθοποιεί την ποίησή του, βάζοντας το πρόβλημά του απέναντί του, αποδίδοντας στην ποίηση οντότητα, νοημοσύνη και γνώση. Αντίστοιχα, τα κεφαλαία γράμματα στις λέξεις Τέχνη, Φαντασία, Λόγος φανερώνουν ότι και σε αυτές αποδίδει ξεχωριστή ύπαρξη.
Ο λόγος του στο ποίημα είναι αντιρομαντικός και αντιρητορικός, όπως αντιρομαντικό και αντιρητορικό είναι και το πρόβλημά του. Μόνο τρεις μεταφορές «στολίζουν» το ποίημα: Το γήρασμα του σώματος και της μορφής μου / είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι, φάρμακα […] της ποιήσεως, νάρκης του άλγους δοκιμές.
3. [Η τέχνη] ξέρει να σχηματίζει μορφήν της Καλλονής, όπως ακριβώς η τέχνη του έφτιαξε τη μορφή του Καισαρίωνα και σκιαγράφησε τον εσωτερικό του κόσμο, συμπληρώνοντας τα κενά που άφησε η ιστορία μιλώντας για τον Καισαρίωνα (σχεδόν ανεπαισθήτως τον βίον συμπληρούσα). Τελικά, ποιο ρόλο παίζει η ποίηση στη ζωή του ποιητή, αλλά και γενικά στη ζωή; Επηρεάζει η τέχνη τη ζωή ή μήπως είναι μια πολυτέλεια στο περιθώριο της ζωής; Η άποψη του Καβάφη είναι ότι η τέχνη λειτουργεί συμπληρωματικά με τη ζωή. Στα ιστορικά ποιήματά του, λ.χ., ο Καβάφης συμπληρώνει με τη φαντασία του λεπτομέρειες που η ιστορία δεν παραδίδει, όπως αυτές αναδύονται μέσα του σύμφωνα με τη δική του φιλοσοφία και στάση ζωής, σύμφωνα με τις δικές του προσδοκίες. Εξάλλου, στον τελευταίο στίχο του ποιήματος Εκόμισα εις την τέχνην έγραφε: συνδυάζουσα [η Τέχνη] εντυπώσεις, / συνδυάζουσα τες μέρες.
Αλλά η τέχνη λειτουργεί συμπληρωματικά στη ζωή και για έναν άλλο λόγο: γιατί επιβιώνει, και είναι ακριβώς αυτή η επιβίωση που εμπλουτίζει τη ζωή με την αίσθηση της αιωνιότητας.  

Εργασίες σχολικού βιβλίου
1. Αν θα θέλαμε να ορίσουμε τι είναι ποίηση και ποιος ο ρόλος της, θα βρισκόμαστε μπροστά σε ποικίλες δυσκολίες, καθώς οι ίδιοι οι λειτουργοί της ποίησης δεν μπορούν να αποφασίσουν. Η αναποφασιστικότητα αυτή φαίνεται και από τα δεκατρία αγωνιώδη ερωτήματα του Καρούζου για τα ποιήματα και από τη θέση του για τη στρατευμένη τέχνη (προτελευταίος στίχος). Μόνο στον τελευταίο στίχο ποιητής δίνει τον δικό του ορισμό της ποίησης και του ποιήματος: ενθύμια φρίκης. Και ο Καρούζος, όπως ο Εγγονόπουλος, ο Αναγνωστάκης, ο Σαχτούρης, ο Καβάφης, ο Καρυωτάκης, θεωρεί την ποίηση μέσο υπόμνησης φρικτών ενθυμημάτων και μηνυμάτων, μπορεί ιστορικών και κοινωνικών (π.χ., πόλεμος), μπορεί προσωπικών (π.χ., υπαρξιακά ερωτήματα). Πού συναντιέται ο Καρούζος με τον Καβάφη; Στο σημείο που λέει: Είναι ιώδιο; είναι φάρμακα; / είναι γάζες επίδεσμοι / παρηγόρια ή διαλείμματα; Αντίστοιχα, ο Καβάφης είχε δηλώσει ότι η ποίηση κάπως ξέρει από φάρμακα που κατευνάζουν για λίγο τον πόνο. Ό,τι προσδοκά ο ποιητής είναι η λύτρωση μέσα από την ποίησή του, η απαλλαγή από την πίεση των αναμνήσεων και από τη φθοροποιό ροή του χρόνου, η μετάπλαση των αγωνιών και των παραλογισμών της ζωής σε βίωμα γαλήνιας. Ωστόσο, Καρούζος και Καβάφης καταλήγουν περίπου στο ίδιο συμπέρασμα: η ποίηση μόνο πρόσκαιρα λυτρώνει· σε τελευταία ανάλυση, περισσότερο από το να λυτρώνει, θυμίζει στον ποιητή ό,τι τον πληγώνει.   
2. Ο αμνός που θυσιάζεται είναι ο ίδιος ο ποιητής, ενώ πάνω στο τραπέζι, που λειτουργεί σαν βωμός, υπάρχει το όργανο της θυσίας, το μαχαίρι. Η επιγραφή πάνω στον πίνακα δεν αφήνει καμία αμφιβολία ότι ο Εγγονόπουλος διαλέγεται με τον Καβάφη, ότι δίνει τη δική του εικαστική εκδοχή (όπως το έκανε και με το ποίημα του Αναγνωστάκη Στον Νίκο Ε… 1949, ζωγραφίζοντας το Εμφύλιος πόλεμος 1949).
Ο πίνακας δεν αφήνει καμιά αμφιβολία ότι ο Εγγονόπουλος γνωρίζει πολύ καλά τόσο την αρχαία ελληνική μυθολογία όσο και την Αγία Γραφή. Στην αρχαιότητα, σε περιπτώσεις ανθρωποθυσίας συχνά ένα ζώο λειτουργούσε ως υποκατάστατο· για παράδειγμα, ο Αγαμέμνονας θυσίασε τελικά ένα ελάφι που έστειλε η Άρτεμη αντί για την κόρη του Ιφιγένεια. Η ίδια όμως υποκατάσταση έγινε και στη θυσία του Ισαάκ.
Το ερώτημα είναι γιατί θυσιάζεται ο ποιητής και ποιος είναι ο θύτης. Τα ερωτήματα αυτά δεν μπορεί να έχουν μονοσήμαντη απάντηση. Από τη μια θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι ο ποιητής θυσιάζει τον ίδιο του τον εαυτό, εξαφανίζει το εγώ του, για να μιλήσει για όσα οι άνθρωποι δεν μπορούν να μιλήσουν, για όσα βιώνουν αλλά δεν συνειδητοποιούν (αγωνίες, θλίψη, αντινομίες κ.τ.λ.). Ο ποιητής, φέρνοντας μηνύματα από το εσώτερο είναι του Ανθρώπου, του επιτρέπει να αρθεί πάνω από τον εαυτό του (εγώ) και να συναντήσει τον Άνθρωπο (σε ποιες θυσίες υποβάλλεται ο ποιητής σκαλίζοντας όσα οι υπόλοιποι δεν αντέχουν μας το είπε καθαρά ο Καρυωτάκης στο ποίημα [Είμαστε κάτι ...]). Πρόκειται δηλαδή για αυτοθυσία.
Μπορεί ακόμη να υπονοείται η απομόνωση στην οποία καταδικάζουν οι άνθρωποι τους ποιητές, γενικά τους καλλιτέχνες, προκειμένου να μην ακούν τις αλήθειες που διατυπώνουν. Μπορεί όμως να είναι η θυσία του «εγώ» στο «εμείς», μια θυσία που πετυχαίνει ο άνθρωπος μέσω της τέχνης. Γιατί η τέχνη καταφέρνει και βγάζει τον άνθρωπο από τον περίκλειστο χώρο του εαυτού του και τον κάνει να συναντά τους άλλους, τον Άνθρωπο, το «εμείς», τον καθιστά δεκτικό σε εσωτερικά και εξωτερικά μηνύματα.

ΠΑΡΑΔΕIΓΜΑΤΑ ΕΡΩΤΗΣΕΩΝ
Δομή του κειμένου, επαλήθευση ή διάψευση μιας κρίσης με βάση το κείμενο, εκφραστικά μέσα και τρόποι του κειμένου (υφολογική διερεύνηση, αφηγηματικές λειτουργίες, επιλογές του δημιουργού σε διάφορα επίπεδα γλωσσικής ανάλυσης):
1. Τι πετυχαίνει ο ποιητής με τον τόσο εκτενή και πλούσιο σε λεπτομέρειες τίτλο του ποιήματος;
Το πρώτο πρόσωπο που χρησιμοποιεί ο Καβάφης μέσα στο ποίημα στρέφει το βλέμμα του αναγνώστη στον ίδιο, καθιστώντας το θέμα του ποιήματος προσωπική ιστορία του Αλεξανδρινού. Αν ο τίτλος ήταν απλώς «Μελαγχολία του ποιητού» θα ταυτίζονταν το ποιητικό υποκείμενο με τον ποιητή. Για τούτο ο Καβάφης σπεύδει να χρεώσει τη μελαγχολία και την οδύνη, στο φανταστικό ποιητή Iάσωνα Κλεάνδρου. Ο εκτενής τίτλος μπαίνει για να ξεκαθαρίσει τα πράγματα, για να αποστασιοποιηθεί ο ποιητής από τον ήρωά του. Πράγματι, μια χρονολογική ένδειξη, ένα όνομα, μια πόλη, αρκεί για να εξασφαλιστεί το άλλοθι. Ο τίτλος, λοιπόν,  μας μεταφέρει μέσα στον ιστορικό χρόνο και τόπο και ορίζει το ψευδοϊστορικό πλαίσιο και τον αφηγητή, προσφέροντας έτσι ιστορικό άλλοθι στον ποιητή.
Βρισκόμαστε στα βάθη της Ασίας -στην Κομμαγηνή, χώρα ανατολικά της Συρίας- και όχι βέβαια στις μέρες μας αλλά σε πολύ μακρινούς καιρούς, το 595 μ.Χ. Καμιά σχέση με τον Καβάφη και τα συναισθήματά του. Καθώς μάλιστα με τον τίτλο ο ποιητής αποστασιοποιείται απ’ το προσωπικό του πρόβλημα, το καθιστά ξένο, πιο αντικειμενικό, επομένως και πιο αληθινό. Από την άλλη, καθώς ο Iάσωνας Κλεάνδρου είναι ανύπαρκτο ιστορικά πρόσωπο, θα μπορούσε δηλαδή να είναι οποιοσδήποτε ποιητής, σε οποιαδήποτε εποχή, ο Καβάφης προσδίδει στο μήνυμά του -η ποίηση ως μέσο καταπράυνσης του γήρατος και της ασχήμιας- διαχρονική ισχύ.
2. Το ποίημα αποτελείται από δύο δυσανάλογες ως προς το μέγεθος στροφές. Ποιο είναι το περιεχόμενό τους και πώς συνδέονται μεταξύ τους;
Στην πρώτη στροφή ο ποιητής εκφράζει την οδύνη του, τον πόνο του. Διατυπώνει το πρόβλημα και τις ελπίδες για τη λύτρωσή του από αυτό. Στη δεύτερη στροφή κάνει την τελική του επίκληση προς την Ποίηση. Η σύνδεση των δύο στροφών επιτυγχάνεται με την επανάληψη της φράσης «Είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι».
3. Με ποια εκφραστικά μέσα αποδίδεται παραστατικά ο «αναλγητικός» ρόλος της ποίησης;
Επανάληψη: Η λέξη «φάρμακα» χρησιμοποιείται στους στίχους 5 και 8.
Μεταφορά,
       Π ροσωποποίηση                                          «Τα φάρμακά σου φέρε Τέχνη της ποιήσεως» (στ.8)
       Προστακτική (Δηλώνει ικεσία)

β΄ενικό πρόσωπο (αποστροφή στην ποίηση): «Εις σε προστρέχω Τέχνη της Ποιήσεως» (στ. 4)
                                                                                «Ξέρεις ...» ( στ. 5)
                                                                                «Τα φάρμακά σου φέρε ...( στ. 8)
Αναστροφή και υπερβατό: «νάρκης του άλγους δοκιμές» (στ. 6), αντί: δοκιμές νάρκης του άλγους
4. Στο ποίημα διατυπώνεται μία επίκληση. Ποιος μιλάει και ποιον επικαλείται;
 Η επίκληση εκφράζεται από τον φανταστικό ποιητή Iάσωνα Κλεάνδρου το 595 μ.Χ. Πίσω όμως απ’ τον Iάσωνα βρίσκεται ο μεγάλος Αλεξανδρινός ποιητής. Ο Iάσωνας Κλεάνδρου, ιστορικά ανύπαρκτο πρόσωπο, αποτελεί το προσωπείο πίσω απ’ το οποίο κρύβεται ο Κ. Καβάφης. Επιλέγει δε να αποδώσει την επίκληση σ’ ένα άλλο πρόσωπο, γιατί θέλει να καταστήσει το πρόβλημά του πιο αληθινό, να το παρουσιάσει πιο αντικειμενικά, να του προσδώσει διαχρονικότητα και καθολικότητα μέσα απ’ το ιστορικό βάθος του τίτλου.
Ο ποιητής επικαλείται την Τέχνη της Ποιήσεως. Πιστεύει ότι η ποίηση είναι αυτή που μπορεί να του δώσει λίγη ανακούφιση, μια μικρή παρηγοριά για να αντέξει το γήρας και τις συνέπειές του στο σώμακαι την ψυχή. Θυμίζουμε ότι το ποίημα το γράφει ο Κ. Καβάφης το 1918, σε ηλικία 55 ετών, ηλικία αρκετά μεγάλη για τις αντιλήψεις της εποχής. Επικαλείται λοιπόν την ποίηση, της ζητά να του προσφέρει τα φάρμακά της για να καταπραΰνει τον πόνο του, να απαλύνει τους φόβους του για το επερχόμενο γήρας.
2.2. Σχολιασμός ή σύντομη ανάπτυξη χωρίων του κειμένου:
            1. Ποια επίδραση έχει το γήρας στην όψη και την ψυχική διάθεση του Ιάσωνος;
 Η φθορά του σώματος και της μορφής που επέρχεται με το πέρασμα του χρόνου αρχίζει να γίνεται ορατή στον Iάσωνα. Βλέπει αλλά και αισθάνεται τα πρώτα σημάδια του γήρατος. Η λάμψη, η φρεσκάδα, η ομορφιά των χαρακτηριστικών χάνονται σταδιακά. Αυτό τον τρομοκρατεί, τον πανικοβάλλει. Δεν έχει συμφιλιωθεί με τη φθορά, την ανημποριά και την ασχήμια. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να τα αντέξει, να τα υπομείνει. «Δεν έχω εγκαρτέρησι καμιά» (στ. 3) μας λέει. Έτσι, βιώνει αυτή την κατάσταση ως «πληγή από φρικτό μαχαίρι», στίχος που επαναλαμβάνεται για να καταστήσει ολοφάνερη την επίδραση που έχει στον ποιητή το γήρασμα του σώματος και της μορφής. Το γήρας προκαλεί στον ποιητή ψυχικό πόνο και για να τον αντιμετωπίσει θα  προστρέξει στην ποίηση˙ γνωρίζει ωστόσο ότι αυτή μόνο «για λίγο» και «κάπως» θα τον ανακουφίσει. Η ποίηση παρουσιάζεται λοιπόν ως παυσίπονο και όχι ως φάρμακο που θεραπεύει οριστικά.
 2. Γιατί ο Ιάσων προστρέχει στην ποίηση;
Για τον ποιητή η Ποίηση αποτελεί βάλσαμο που κάνει «να μη νιώθεται η πληγή». Άλλωστε, από μόνη της η πράξη της δημιουργίας είναι μέγιστη απόλαυση και ευτυχία, όπως αναφέρει η Σόνια Ιλίνσκαγια (Κ. Π. Καβάφης, Οι δρόμοι προς το ρεαλισμό στην ποίηση του 20ου αιώνα, Κέδρος 1983, σελ. 215). Πολύ περισσότερο για τον Κ. Καβάφη, καθώς, όπως είναι γνωστό, ο Αλεξανδρινός μέσα απ’ την Τέχνη του ξαναζεί το παρελθόν του και ευτυχισμένες στιγμές, «υλοποιεί» τα οράματά του, φαντασιώνεται σκηνές που θα ήθελε να βιώσει. Άρα, με την ποίηση γνωρίζει την ευτυχία, την αυτοδικαίωση, την εκτόνωση, τη χαρά της δημιουργίας. Γι’ αυτό προστρέχει σ’ αυτήν˙ γιατί, με όλα αυτά, η Ποίηση κατορθώνει να τον ταξιδέψει στο μαγικό της κόσμο, όπου τα προσωπικά προβλήματα περνούν σε δεύτερη μοίρα. Με τη δύναμη της Φαντασίας αλλά και του ποιητικού Λόγου, που δίνει σάρκα και οστά στις συλλήψεις του, ξεπερνά για λίγο τις άσχημες, αρνητικές σκέψεις, τους φόβους του και απαλύνεται ο πόνος του. Ας τονιστεί ξανά ότι ο Κ. Καβάφης με την ποιητική φαντασία του πλάθει ονειρεμένες σκηνές της νιότης ή αναπαριστά άλλες πραγματικές. ΄Ετσι, -έστω και για λίγο- βρίσκει ανακούφιση και παρηγοριά από το πρόβλημα που θίγεται στο ποίημα, το γήρασμα του σώματος και της μορφής.
3. Ποια είναι, κατά τη γνώμη σας, τα φάρμακα της ποίησης; Πώς μπορούν να βοηθήσουν τον ήρωα στη μάχη με τα γηρατειά;
Βλ. απάντηση προηγούμενης ερώτησης (2.2.2).
4. «Που κάμνουνε -για λίγο- να μη νιώθεται η πληγή»: Γιατί, κατά τη γνώμη σας, η δράση των φαρμάκων της τέχνης της ποίησης είναι σύντομη σε διάρκεια;
Η ποίηση -και η Τέχνη γενικότερα- δύναται να βοηθήσει τον ποιητή να ξεχαστεί για λίγο, να ευτυχήσει μέσα απ’ τη χαρά της δημιουργίας, να εκτονωθεί με την αισθητοποίηση του πάθους του, να ξεπεράσει την αίσθηση του γήρατος μέσα απ’ όλα αυτά, αλλά και με την ανάπλαση και αναβίωση των χαρών της νιότης.
Αυτά όμως δεν κρατούν πολύ. Η πραγματικότητα είναι αμείλικτη και επιβάλλεται, έστω κι αν τα φάρμακα της Ποίησης την παρακάμπτουν προσωρινά. Ο ποιητής λοιπόν δεν έχει αυταπάτες. ΄Εχει συνειδητοποιήσει ότι η φθορά απ’ το πέρασμα του χρόνου είναι αναπόφευκτη, ότι δεν γιατρεύεται οριστικά. Αντιλαμβάνεται ότι η δράση των φαρμάκων της Ποίησης είναι πρόσκαιρη, προσωρινή˙ η ποίηση παρουσιάζεται λοιπόν ως παυσίπονο και όχι ως φάρμακο που θεραπεύει οριστικά. 
5. Γιατί νομίζετε ότι χαρακτηρίζονται τα φάρμακα της ποίησης ως δοκιμές;
Ο Κ. Καβάφης χαρακτηρίζει «δοκιμές» τα φάρμακα της Ποίησης, δηλαδή απόπειρες, προσπάθειες. Ο ποιητής, συνειδητοποιώντας ότι η Ποίηση μόνο «κάπως» και μόνο «για λίγο» μπορεί να τον βοηθήσει, χρησιμοποιεί τη λέξη αυτή ακριβώς για να τονίσει τον προσωρινό χαρακτήρα αυτής της βοήθειας. Προσπάθειες λοιπόν να ναρκωθεί η πληγή του, όχι λύση, όχι οριστική αντιμετώπιση του προβλήματος. Αυτό μπορεί να περιμένει μόνο ο ποιητής ότι απ’ την ποίηση.

3. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΑΔΙΔΑΚΤΟΥ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Ου. Σαίξπηρ: Σονέτο 77
Τα νιάτα πώς διαβαίνουν θα σου πει ο καθρέφτης
και το ρολόι πώς φεύγουν οι ακριβές στιγμές σου
τη σκέψη σου οι λευκές σελίδες θα κρατήσουν,
 κι απ’ ό, τι γράψεις ένα δίδαγμα θα πάρεις.

Πιστά ρυτίδες ο καθρέφτης θα σου δείξει,
που κάποιους τάφους ανοιχτούς θα σου θυμίσουν,
και θα σε μάθει αργός ο ίσκιος στο ρολόι
πώς προχωρεί προς την αιωνιότητα ο Χρόνος.

Πρέπει να εμπιστευθείς σε τούτα τα’ άδεια φύλλα
όσα η ανάμνησή σου δεν μπορεί να σώσει
και κάποτε θα δεις μεγάλα αυτά τα τέκνα
της σκέψης σου, που έτσι ξανά θα τη γνωρίσεις.

΄Οσες φορές κοιτάξεις τον καθρέφτη, το ρολόι,
 θα ωφεληθείς και θα γεμίζουν οι σελίδες.
Ερώτηση
Πώς συνδέονται ο Χρόνος, τα Γηρατειά και η Ποίηση στο παραπάνω ποίημα; Να το παραβάλετε με το ποίημα του Καβάφη Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου, ποιητού εν Κομμαγηνή˙ 595 πΧ.
            Οι σκέψεις, η δυνατότητα δημιουργίας, οι πνευματικές κατακτήσεις αλλά και τα βιώματα, οι «ακριβές στιγμές», αποτυπώνονται μέσα στις «λευκές σελίδες», μέσα στην ποίηση. Η Ποίηση είναι αυτή που θα τα διασώσει στο πέρασμα του χρόνου. Θα κρατήσει ζωντανά όλα αυτά τα στοιχεία που κινδυνεύουν να σβηστούν απ’ τον αμείλικτο χρόνο. Κι έτσι, ο δημιουργός αργότερα θα είναι σε θέση να γνωρίσει καλύτερα ό,τι έπραξε, ένιωσε, σκέφτηκε. Να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του. Να ξαναζήσει κάτι από τα νιάτα του και τις «ακριβές στιγμές» του.
Στο ποίημα αυτό λοιπόν, το ρολόι και ο καθρέφτης γίνονται οι αδιάψευστοι μάρτυρες της φθοράς που επιφέρει ο χρόνος, των γηρατειών και του επερχόμενου θανάτου (ανοιχτούς τάφους φέρνουν στη θύμηση του ποιητή), ενώ η ποίηση είναι ο θεματοφύλακας της νιότης, της δημιουργίας, της αυτογνωσίας. Λυτρωτικός ο ρόλος της κι εδώ, όπως και στο εξεταζόμενο ποίημα του Κ. Καβάφη, όπου με τα φάρμακά της ανακουφίζει, καταπραΰνει τον πόνο του ποιητή απ’ τις πληγές που επέφερε ο χρόνος.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ
1. Μπορεί η ποίηση να βοηθήσει τον άνθρωπο να νικήσει τη φθορά που επιφέρει ο χρόνος; Να αναπτύξετε τις απόψεις σας σε σύντομο κείμενο.
            Αν μιλάμε κυριολεκτικά, τότε σαφώς και η ποίηση -όπως άλλωστε και τίποτε άλλο- δεν μπορεί να βοηθήσει τον άνθρωπο να νικήσει το χρόνο και τη φθορά που επιφέρει. «Το γήρασμα του σώματος και της μορφής» είναι αναπόφευκτο. Ωστόσο, όσο κι αν τα νιάτα, η δύναμη, η ομορφιά, είναι επιθυμητά για πάντα, το πρόβλημα εστιάζεται στην ψυχή του ανθρώπου. Δεν είναι τα γηρατειά αυτά καθ’ εαυτά που λυγίζουν τον άνθρωπο, δεν είναι οι ρυτίδες και η απώλεια της φρεσκάδας˙ είναι η στάση του, η ψυχολογική του στάση απέναντι σ’ αυτά. Είναι ο φόβος και ο πανικός που τον καταβάλλουν όταν συνειδητοποιείτη φθορά. Είναι η λύπη και ο πόνος που πηγάζουν από την αδυναμία του να βιώσει τις χαρές της νιότης. Είναι τελικά η αδυναμία του να συνυπάρξει, να συμφιλιωθεί με τη νέα κατάσταση, όπως αυτή διαμορφώνεται σταδιακά.
Αν λοιπόν αντιμετωπίσουμε ως τέτοιο -ψυχολογικό- το πρόβλημα, η Ποίηση δύναται να καταστεί αρωγός στην προσπάθεια του ανθρώπου να αντιμετωπίσει -όχι να νικήσει- τη φθορά. Μέσω αυτής ο δημιουργός εκτονώνει τα πάθη του, τις αδυναμίες, τις φοβίες του. Μέσα από τη δημιουργία ξεφεύγει από τις βασανιστικές σκέψεις που γεννά η φθορά και τα γηρατειά.
Πέραν αυτών, με την ποίηση κατορθώνει να αναπλάσει πολλές στιγμέςτου παρελθόντος -κάτι που το ξέρει πολύ καλά ο Κ. Καβάφης- να αναβιώσει ευτυχισμένες σκηνές, να ξαναζήσει χαρές και ηδονές της νιότης. ΄Ετσι, λειτουργεί ως φάρμακο η ποίηση. Ωστόσο, ας μην ξεχνάμε, ότι δεν πρόκειται για νίκη, αλλά για παροδική, πρόσκαιρη ανακούφιση.
Θα μπορούσαμε να δούμε το ζήτημα και από μια άλλη άποψη˙ η ποίηση, όπως και κάθε μορφή καλλιτεχνικής δημιουργίας, νικάει το χρόνο, αν σκεφτούμε ότι το αληθινό έργο μένει στο χρόνο˙ μαζί λοιπόν με το καλλιτεχνικό δημιούργημα ο δημιουργός κερδίζει και αυτός την αιωνιότητα.
2. Συμμερίζεστε την οδύνη του Ιάσωνα ή πιστεύετε ότι τα γηρατειά -όπως άλλωστε και κάθε περίοδος της ανθρώπινης ζωής- επιφυλάσσουν και ευχάριστες στιγμές; Να δικαιολογήσετε την άποψή σας.
.Ας ξεκινήσουμε από το δεύτερο σκέλος. Τα γηρατειά λοιπόν, πέραν του ότι αποτελούν ψυσική εξέλιξη της ωρίμανσης του ανθρώπου, είναι μια ηλικία, όπου ο άνθρωπος, κατασταλαγμένος πια, ατενίζει περισσότερο το παρελθόν παρά το μέλλον .Υ πάρχει όμως και το παρόν που μπορεί να του δώσει πολλές χαρές. 'Εχ- οντας σχεδόν ολοκληρώσει τη δημιουργική του δρα~ριότητα σε όλα τα πεδία, απολαμβάνει τους καρπούς των προσπαθειών του. Υπερηφανεύεται για την οι- κογένειά του, τα παιδιά του, ίσως και τα εγγόνια του. Μικροχαρές της καθημερι- νότητας μέσα ~ν οικογενειακή ζωή του χαρίζουν ευτυχία. Απαλλαγμένος πια από τα πάθη του βιώνει με ηρεμία το υπόλοιπο της ζωής του. Αναπολεί το παρελθόν και αισθάνεται ότι με τις εμπειρίες που έχει αποκτήσει μπορεί να προσφέρει τα διδάγματά του, τη σοφία του. Και βέβαια, όσο η ψυχή του είναι γεμάτη δίψα για ζωή, όσο αισθάνεται ακόμη ότι έχει δικαίωμα σε αυτήν , μπορεί και την χαίρεται. Με όλα αmά θέλουμε να πούμε ότι τα γηρατειά -εφόσον δεν συνοδεύονται από
σοβαρές ασθένειες ή έντονη μοναξιά- μπορεί να επι~λάσσoυν πολλές χαρές και ευτυχισμένες στιγμές σε όποιον τα βιώνει, αρκεί βέβαια να συμφιλιωθεί με τις αδυ- ναμίες που η ηλικία αυτή συνεπάγεται.
Από την άλλη, δεν μπορούμε να μη δικαιολογήσουμε την οδύνη του Iάσωνα Κλεάνδρου. 'Ενας ποιητής, ένας άνθρωπος καλύτερα, στο σούρουπο της ζωής του συνειδητοποιεί τα δεινά που ο χρόνος φέρει. Αισθάνεται το σώμα του να γερνάει, το πρόσωπό του να χάνει τη λάμψη και την ομορφιά του. Καταλαβαίνει πια ότι η νεότητα έ~γε οριστικά, ότι οι ηδονές της νιότης δεν θα ξανάρθουν .Ν ιώθει τις δυνάμεις του να λιγοστεύουν. Ώλα αmά λοιπόν τον καταβάλλουν. Πρόκειται για μια κρίσιμη ηλικία (55 ετών είναι ο Καβάφης όταν γράφει αmό το ποίημα) κατά την οποία ο άνδρας μεταβαίνει αργά αλλά σταθερά από το στάδιο της ωρίμανσης σε αmό της γήρανσης. Δικαιολογείται έτσι η οδύνη ως ένα βαθμό. Ώχι απόλmα όμως, καθώς κάθε άνθρωπος οφείλει να συνειδητοποιεί τη θέση του μέσα στο χρό- νο και να συμφιλιώνεται -mo μέτρο που αmό είναι δυνατό- με τη φθορά που επέρ- χεται. Μόνο έτσι μπορεί να απολαμβάνει τη ζωή του ως το τέλος της.
0 Συμπερασματικά, η οδύνη του Ιάσωνα, αν και δικαιολογείται, δεν αναιρεί την αλήθεια σύμφωνα με την οποίαο άνθρωπος μπορεί να απολαμβάνει αρκετά πράγματα στα γηρατειά του.
3 .Ο Ι άσων Κλεάνδρου είναι ένα ανύπαρκτο ιστορικά πρόσωπο που θεωρείται συχνά από τους μελετητές ως προσωπείο του ποιητή. Ποια στοιχεία του ποιή- ματος συνηγορούν, κατά τη γνώμη σας, υπέρ αυτής της άποψης;
Απάντηση Ο Iάσων Κλεάνδρου αποτελεί αναμφίβολα προσωπείο του Κ. Καβάψη. Κι αmό γιατί ο Καβάψης δεν θέλει να προσωποποιήσει το πρόβλημά του. Δεν επιθυμεί να φανερώσει την προσωπική του πληγή. Αντίθετα, θέλει να αποστασιοποιηθεί από αmό, να το κάνει να φανεί ξένο προς αmόν και, κατά συνέπεια, πιο αντικει- μενικό, πιο αληθινό. Γι ' αmό χρεώνει, από τον τίτλο κιόλας, τη μελαγχολίασ' έναν ., ανύπαρκτο ιστορικά ποιητή. 'Ετσι, μάλιστα, εξυπηρετείται και ο διδακτισμός που διέπει τον μεγάλοποιητή. Αποδίδει δηλαδή στα λεγόμενά του, μέσα από τα βάθη της ιστορίας, όπου μας αιχμαλωτίζει με τις λεπιομέρειες του τίτλου, διαχρονική και καθολική ισχύ -αξία, φορώντας ο ίδιος το προσωπείο του Iάσωνα Κλεάνδρου.